Η Λίντα Άλμα, μια από τις κορυφαίες χορεύτριες που πέρασαν από την ελληνική μουσική σκηνή, ήταν γνωστή για την κομψότητά της και την «ευθραυστότητά» της, όπως συχνά ανέφερε ο πολυετής συνεργάτης της, Γιάννης Φλερύ.
Λίντα Άλμα: Ο Μεγάλος Έρωτας με τον Μάνο Κατράκη
Παρόλο που μοιραζόταν τη σκηνή με τον Φλερύ, στην προσωπική της ζωή, ο μεγάλος της έρωτας ήταν ο Μάνος Κατράκης, με τον οποίο συναντήθηκε το 1955. Η Άλμα κατάφερε να φέρει έναν νέο αέρα και ήθος στην ψυχαγωγία της εποχής, αφήνοντας το δικό της αποτύπωμα στο ελληνικό μουσικό θέατρο.
«Τον γνώρισα, όταν ίδρυε το Ελληνικό Λαϊκό θέατρο, στο Πεδίο του Άρεως. Τον γνώρισα βλέποντας μια παράστασή του. (…) Δεν τον είχα ξαναδεί στο θέατρο. Έπαιζε στο θέατρο Αθηνών το “Τέλος του ταξιδιού” του Σέριφ, μαζί με τον Κωνσταντάρα, που τον ήξερα πολύ καλά. ‘Έλα να δεις αυτή την παράσταση”, μου είπε. Εκεί τον πρωτοείδα. Μ’ εντυπωσίασε πολύ και σαν ηθοποιός και σαν παρουσία και θέλησα να τον γνωρίσω από κοντά. Με τα πρώτα λόγια που μου είπε, σαν να χτύπησε η καρδιά μου. Ήταν κάτι καινούργιο για μένα. Έτσι αρχίσαμε…», έχει εξομολογηθεί η ίδια στον Δημήτρη Γκιώνη. Ο Κατράκης από την πλευρά του αναφέρει στη βιογραφία του, που έχει γράψει ο Αλέξης Κομνηνός: «Η Λίντα αντικατέστησε ό,τι είναι δυνατόν να υπάρξει αγαπημένο σ’ έναν άνθρωπο. Μάνα. Πατέρα. Ερωμένη. Σύζυγο. Φιλενάδα, θύμα. Τι να σου πω. Υπηρέτη. Αφέντη. Τι να σου πω. Δηλαδή δεν νομίζω ότι βρίσκονται εύκολα τέτοιοι άνθρωποι. Είναι ένα πλάσμα άλλου κόσμου!…
Έγώ της έδωσα μάλλον πίκρες. Όμως την λατρεύω. Και τελικά πέρα από τη Λίντα δεν υπάρχει τίποτα άλλο πια. Ούτε υπήρξε, ούτε υπάρχει. Κι αυτό από τον πρώτο καιρό που την γνώρισα». Η σχέση τους κράτησε τριάντα χρόνια. Παντρεύτηκαν το 1979 και έζησαν πολλά σκαμπανεβάσματα, η αγάπη τους όμως παρέμεινε ζωντανή, μέχρι το 1984 που ο Κατράκης έφυγε από τη ζωή. Άλλωστε, θαύμαζαν απεριόριστα ο ένας τον άλλον: εκείνος την πίστευε ως χορεύτρια, εκείνη τον λάτρευε ως ηθοποιό και σεβόταν τους ιδεολογικούς του αγώνες. «Εγώ από τη στιγμή που γνώρισα τον Μάνο άρχισα να καταλαβαίνω διαφορετικά τη ζωή. Ως τότε μπορώ να πω ότι ήμουν ένα παιδί. Είχα βέβαια αγωνιστεί πολύ, είχα μάθει πολλά, αλλά όχι στο επίπεδο που με έμαθε ο Μάνος: να υπερασπίζομαι τη ζωή μου και τη δουλειά μου, αυτά που κάνω να έχουν κάποιο σκοπό. Το χρέος που είχα απέναντι στον εαυτό μου και στη δουλειά μου, αυτός μου τα’ μάθε» ανέφερε στη συνέντευξή τής στην Ελευθεροτυπία, το 1985, έναν χρόνο μετά από τον θάνατο του Κατράκη.
Δυστυχώς Έφυγε από Καρκίνο:
Μετά τον θάνατο του Μάνου Κατράκη, η Λίντα Άλμα αφιέρωσε τις προσπάθειές της στην ίδρυση ενός μουσείου, το οποίο θα έδινε τη δυνατότητα στους επισκέπτες να θαυμάσουν σκηνικά κοστούμια, αφίσες, μαγνητοταινίες και άλλο θεατρικό υλικό από την πλούσια καλλιτεχνική του πορεία. Δυστυχώς, δεν πρόλαβε να δει το όνειρό της να πραγματοποιείται, καθώς απεβίωσε από καρκίνο στις 2 Αυγούστου 1999, σε ηλικία 73 ετών.
Λίντα Άλμα: Η λαμπρή καριέρα, το πραγματικό της όνομα και τα 27 χρόνια αγάπης με τον Μάνο Κατράκη
Η Λίντα Άλμα, με πραγματικό όνομα Ελένη Μαλιούφα, ήταν μια από τις καλύτερες χορεύτριες που πέρασαν από την Ελλάδα στο μουσικό θέατρο, η οποία έζησε έναν μεγάλο έρωτα με τον Μάνο Κατράκη.
Για 28 ολόκληρα χρόνια ήταν καλλιτεχνικό ζευγάρι με τον χορογράφο και χορευτή Γιάννη Φλερύ, ενώ έγραψε μια λαμπρή καριέρα στο θέατρο και στον κινηματογράφο στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926 και ο πατέρας της πέθανε όταν ήταν μωρό, με αποτέλεσμα τα οικογενειακά χρέη να αναλάβει η μητέρα της, που φρόντισε και για τις δύο κόρες της, οι οποίες στράφηκαν από νωρίς σε καλλιτεχνικά επαγγέλματα.
Η νεαρή Ελένη επέλεξε το χορό, φροντίζοντας να παρακολουθήσει μαθήματα στη σχολή κλασικού χορού Μαριάνοβ (θα ακολουθούσαν πολύ αργότερα σπουδές στη σχολή Πρεομπραζένσκα στο Παρίσι και Γιασβίνσκι και Κέιτον των ΗΠΑ), ενώ η αδελφή της Ιώ, επέλεξε την υποκριτική, αρχίζοντας την καριέρα της από τη Μάντρα του Αττίκ ως Κίττυ Αλμα, αφού αυτό το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο θέλησε να της δώσει ο ίδιος ο Αττίκ.
Η πορεία της Κίττυ στο θέατρο τελείωσε νωρίς για οικογενειακούς λόγους, αλλά το ψευδώνυμο το δανείστηκε η Ελένη, ακολουθώντας το δικό της καλλιτεχνικό δρόμο ως Λίντα Αλμα.
Λίντα Άλμα: Πότε έκανε το ντεμπούτο της
Το ντεμπούτο της η Λίντα Άλμα το έκανε επί Κατοχής, το 1943, ως χορεύτρια στο βαριετέ του Λάσκου, στο «Αλκαζάρ», χάρη στον Απόλλωνα Γαβριηλίδη, ο οποίος την είχε ανακαλύψει βλέποντάς την να χορεύει στη σχολή Μαριάνοβ.
Σταθμός στην 30χρονη καριέρα της ήταν, όμως, αναμφισβήτητα η γνωριμία της με τον Γιάννη Φλερυ, ο οποίος αποτελούσε καλλιτεχνικό ντουέτο με την Μπέλα Σμάρω, η οποία είχε κάποιο ατύχημα κι έτσι ο Φλερύ άρχισε να ψάχνει για αντικαταστάτρια.
«Ο Μίμης Κοκκίνης, ο κωμικός», διηγείτο η Άλμα στον Δημήτρη Γκιώνη για τη γνωριμία της με τον Φλερύ, «είχε έρθει ένα βράδυ στο βαριετέ “Παναθήναια” όπου χόρευα. Εκανα ένα ντουέτο με την αδελφή μου. Του άρεσα και είπε στον Γιάννη να έρθει να με δει. Ηρθε κι από τότε δεν χωρίσαμε για 28 ολόκληρα χρόνια».
Λίντα Άλμα: Η συνεργασία με την Εντίτ Πιάφ
Μαζί τους είδε και η Εντίτ Πιάφ που είχε έρθει στην Ελλάδα το 1946 για να εμφανιστεί 15 ημέρες στο κέντρο «Μαϊάμι», όπου χόρευε και το ντουέτο Φλερύ-Αλμα, ενθουσιάστηκε και τους προσκάλεσε να την ακολουθήσουν σε μία μεγάλη τουρνέ.
Έτσι, τον ίδιο χρόνο, το χορευτικό ζεύγος έκανε το ευρωπαϊκό του ντεμπούτο στο θέατρο «Ετουάλ» του Παρισιού, κοντά στην Πιαφ. Ακολούθησαν 5 υπέροχα χρόνια περιοδειών σε όλα τα μέρη του κόσμου, όπου γνωρίστηκαν και συνεργάστηκαν και με τον Αζναβούρ, τον Ιβ Μοντάν, τον Ζακ Μπρελ, τον Μπουρβίλ και τον Αμερικανό τηλεοπτικό αστέρα Εντ Σάλιβαν.
Λίντα Άλμα: Μετά από 27 χρόνια αγάπης παντρεύτηκε με τον Μάνο Κατράκη
Το 1952, το καλλιτεχνικό ζεύγος επιστρέφει στην Ελλάδα και συνεχίζει τις εμφανίσεις του σε όλα τα μεγάλα μουσικά θέατρα στην Αθήνα και την επαρχία και παράλληλα εμφανίζονται σε ταινίες, όπως «Χαρούμενο Ξεκίνημα», «Στουρνάρα 288», «Πώς περνούν οι παντρεμένοι», «Δυο χιλιάδες ναύτες κι ένα κορίτσι» κ.ά.
Μπορεί η γνωριμία της με τον Φλερύ και με την Πιαφ να ήταν οι δύο μεγαλύτεροι καλλιτεχνικοί σταθμοί στην καριέρα της, η γνωριμία της το 1955 με τον Μάνο Κατράκη ήταν ο μεγαλύτερος σταθμός της προσωπικής της ζωής.
Όπως η ίδια είχε διηγηθεί στον Δημήτρη Γκιώνη: «Τον γνώρισα όταν ίδρυε το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο, στο Πεδίο του Αρεως. Τον γνώρισα βλέποντας μια παράστασή του. (…) Δεν τον είχα ξαναδεί στο θέατρο. Επαιζε στο Θέατρο Αθηνών το “Τέλος του ταξιδιού” του Σέριφ, μαζί με τον Κωνσταντάρα, που τον ήξερα πολύ καλά. “Ελα να δεις αυτή την παράσταση”, μου είπε. Εκεί τον πρωτοείδα. Μ’ εντυπωσίασε πολύ και σαν ηθοποιός και σαν παρουσία και θέλησα να τον γνωρίσω από κοντά. Με τα πρώτα λόγια που μου είπε, σαν να χτύπησε η καρδιά μου. Ήταν κάτι καινούργιο για μένα – κι ας είχα γνωρίσει με την Πιαφ τόσους μεγάλους. Έτσι αρχίσαμε…».