Η τρομερή ιστορία του 28χρονου πρόσφυγα Ζυλιέν: Από τα παγκάκια της πλατείας Αμερικής και άστεγος, πρώτος στο πανεπιστήμιο και σήμερα επιχειρηματίας. Μπορεί να είναι μόνο 28 ετών, αλλά ο Ζυλιέν Μακαλού έχει ζήσει ήδη μια σχεδόν μυθιστορηματική ζωή, γεμάτη δάκρυα, αλλά και επιτυχίες.
Μπορεί να είναι μόνο 28 ετών, αλλά ο Ζυλιέν Μακαλού έχει ζήσει ήδη μια σχεδόν μυθιστορηματική ζωή, γεμάτη δάκρυα, αλλά και επιτυχίες. Από την πατρίδα του, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την οποία εγκατέλειψε ως ασυνόδευτος για να γλυτώσει από τις διώξεις που αντιμετώπιζε η οικογένειά του, βρέθηκε άστεγος στην Αθήνα. Λίγα χρόνια αργότερα εισήχθη πρώτος στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής και σήμερα έχει καταφέρει να φτιάξει τη δική του επιχείρηση.
«Η ιστορία μου είναι αποτέλεσμα πολλών προσπαθειών, θυσίας και υπομονής. Είναι μια σταγόνα νερού στον ωκεανό των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες», λέει χαρακτηριστικά ο ίδιος μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο Ζυλιέν αναγκάστηκε να φύγει από το Κονγκό, καθώς ο πατέρας του, αρχιτέκτονας, με ενεργό πολιτική συμμετοχή στην αντιπολίτευση, διωκόταν για τη δράση του. Όταν αποχαιρετούσε τους γονείς του, η μητέρα του με δάκρυα στα μάτια τού έδωσε μια Καινή Διαθήκη και τον σταυρό που φορούσε και αυτά είναι τα μόνα αντικείμενα που τον συντρόφευαν καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού του και τον συντροφεύουν μέχρι σήμερα.
Έφτασε στην Τουρκία με αεροπλάνο και εκεί ένας διακινητής τον εγκατέλειψε κοντά στον Έβρο. Μπορεί να γνώριζε πολλά για την ελληνική ιστορία, τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Σωκράτη και τον Ιπποκράτη, ωστόσο, όταν περνούσε το ποτάμι, δεν είχε καταλάβει σε ποια χώρα θα έφτανε. Η ζωή του απειλήθηκε πολλές φορές κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, άλλοι πρόσφυγες πνίγηκαν δίπλα του στην προσπάθειά τους να περάσουν στην Ελλάδα, αλλά εκείνος κατάφερε να περάσει τα σύνορα τον Νοέμβριο του 2011, σε ηλικία μόλις 16 ετών.
«Η αποφασιστικότητά μου να επιβιώσω με οδήγησε στην Ορεστιάδα με την ελπίδα να συνεχίσω τον αγώνα μου για να αλλάξω το γεμάτο δάκρυα παρελθόν μου σε ένα μέλλον γεμάτο ελπίδα», επισημαίνει.
Αναγκάστηκε να μείνει για τρεις μήνες σε ένα κελί στην Ορεστιάδα. Στη συνέχεια ταξίδεψε στην Αθήνα, όπου κοιμόταν σε παγκάκια, μέχρι που στα τέλη του 2012 μεταφέρθηκε σε ξενώνα ασυνόδευτων ανηλίκων στην Κόνιτσα. Λίγο καιρό αργότερα έμαθε ότι κανένας από την οικογένειά του δεν είχε ξεφύγει από τα χέρια των διωκτών τους, εκτός από μία από τις αδελφές του, η οποία πλέον ζει μαζί του στην Ελλάδα, και έναν θείο του, ο οποίος έχει εγκατασταθεί στη Γαλλία. Και τους δύο έψαχνε νυχθημερόν μέσα από ιστοσελίδες, κοινωνικά δίκτυα και συμπατριώτες του.
Ένα από τα διδάγματα της δασκάλας μητέρας του ήταν ότι η εκπαίδευση είναι το κλειδί του μέλλοντος και ο Ζυλιέν λέει χαρακτηριστικά ότι «ούτε τα κάγκελα της φυλακής ούτε τα παγκάκια της πλατείας Αμερικής με εμπόδισαν να θέλω να επιστρέψω στα θρανία».
Αμέσως μόλις εγκαταστάθηκε στην Κόνιτσα, άρχισε να μαθαίνει ελληνικά, διαβάζοντας πάνω από δέκα ώρες την ημέρα και δηλώνει τυχερός, γιατί συνάντησε μια καθηγήτρια με θέληση να τον βοηθήσει. Εξάλλου, φοίτησε για τρία χρόνια στο επαγγελματικό λύκειο της πόλης και, όταν το 2015, έδωσε πανελλαδικές εξετάσεις, πέρασε πρώτος στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων και Ηλεκτρονικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, στο οποίο συνέχισε και τις μεταπτυχιακές του σπουδές.
Κατά την περίοδο των σπουδών του στην Αθήνα, η Αρχιεπισκοπή Αθηνών τού παρείχε στέγη (τον Ζυλιέν υποδέχθηκε και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος), ενώ υποτροφίες του χορήγησαν το ΙΚΥ και ιδιωτική εταιρεία. Την ίδια περίοδο, δούλευε σε τηλεφωνικά κέντρα και έτσι κατάφερε να συγκεντρώσει χρήματα για να ανοίξει τη δική του επιχείρηση. Η απόφασή του, εξηγεί, βασίστηκε στο άγχος να μην ξαναβιώσει την αστεγία των πρώτων μηνών του στην Ελλάδα.
«Ήθελα να κάνω κάτι που θα μου δώσει ψωμί να φάω. Το 2012 κοιμόμουν στο δρόμο και σε κάθε βήμα μου σκέφτομαι να μην μείνω πάλι στο δρόμο», λέει.
Η εταιρεία δραστηριοποιείται στη γρήγορη και οικονομική μεταφορά πακέτων από την Ελλάδα σε όλο τον κόσμο, τη μεταφορά χρημάτων παγκοσμίως και την εισαγωγή βιολογικών τροφίμων από την Αφρική.
Χαρακτηρίζει την επιχείρησή του «μια γέφυρα ανάμεσα στην Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη, ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αφρική».
Στόχος του είναι η εδραίωση και επέκτασή της και σε άλλες χώρες, ωστόσο το μεγαλύτερο όνειρό του, όπως λέει χαρακτηριστικά στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «δεν είναι να έχω εκατομμύρια, αλλά να βοηθήσω εκατομμύρια άτομα. Ό,τι κερδίζω, δεν θέλω να τα μαζέψω, αλλά να τα μοιραστώ με άτομα που έχουν ανάγκη, όπως τα παιδιά που είναι ορφανά ή που έχουν καρκίνο. Ήμουν και εγώ κάποτε παιδί και με βοήθησε κάθε Έλληνας που ήρθε σε επαφή μαζί μου και την αγάπη που έδειξαν σε μένα, θέλω να τη δείξω σε άλλους που έχουν ανάγκη».
Τον ρωτάμε για τις δυσκολίες που συνάντησε κατά τη δημιουργία της επιχείρησής του.
«Δεν αντιμετώπισα ρατσισμό», απαντά, «απλά είχα ένα βασικό πρόβλημα ότι δεν είχα μεγάλο κεφάλαιο, ώστε να μπορώ να κάνω πολλά πράγματα».
Μεγάλη δυσκολία, συμπληρώνει, συνάντησε με τη γραφειοκρατία, ωστόσο την ξεπέρασε διαβάζοντας επί ώρες νόμους και διαδικασίες.
Ο Ζυλιέν εξομολογείται ότι κάποιες φορές όταν περνάει από την πλατεία Αμερικής, κάθεται στο ίδιο παγκάκι που κοιμόταν όταν πρωτοήρθε στην Αθήνα.
«Βλέποντας πώς ήμουν πριν από κάποια χρόνια και πώς είμαι τώρα, πραγματικά ούτε εγώ ο ίδιος δεν μπορώ να το πιστέψω», λέει.
«Τα μάτια μου έριξαν πολλά δάκρυα, από τότε που ήμουν μικρός με τις συνθήκες στη χώρα μου μέχρι σήμερα. Σε όλες αυτές τις καταστάσεις ο Θεός δεν με αφήνει ποτέ. Είναι η προσευχή και η πίστη μου στον Θεό που μου δίνει δύναμη».
Εξάλλου, βαφτίστηκε χριστιανός ορθόδοξος και δηλώνει πολύ υπερήφανος γι’ αυτό.
Το 2018, ο Ζυλιέν είχε την ευκαιρία να ταξιδέψει στις Βρυξέλλες με το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και να μιλήσει στο Ευρωκοινοβούλιο για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα ασυνόδευτα παιδιά. Σήμερα, συμμετέχει στην άτυπη συμβουλευτική ομάδα σε θέματα ένταξης που έχει δημιουργήσει η Ύπατη Αρμοστεία, που αποτελείται από αναγνωρισμένους πρόσφυγες στην Ελλάδα, με στόχο να προσφέρουν, μέσα από τις δικές τους εμπειρίες, συμβουλές για την υποστήριξη της αποτελεσματικής ένταξης των προσφύγων στη χώρα. Ο Ζυλιέν ήταν ένας από τους πρώτους προσκεκλημένους ομιλητές του κύκλου ανοιχτών συζητήσεων της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες με τίτλο «Οι πρόσφυγες μιλούν στους πρόσφυγες», που άρχισε στα τέλη του 2021.
Το μήνυμα που θέλει να στείλει στους άλλους πρόσφυγες είναι να σέβονται την Ελλάδα και τους Έλληνες και να αξιοποιήσουν κάθε ευκαιρία που τους δίνεται.
«Το παρελθόν ήταν δύσκολο για όλους μας, αλλά δεν πρέπει να κλαίμε. Πρέπει να δεχτούμε την πραγματικότητα ότι τώρα δεν έχω τίποτα, αλλά πρέπει να δω πώς θα προχωρήσω. Με το να μείνεις μέρες και νύχτες σε ένα κρεβάτι και να κλαις για το σπίτι σου που δεν υπάρχει πια, βάζεις τον εαυτό σου και τη ζωή σου πίσω».
Επίσης, ο ίδιος μίλησε πρόσφατα σε εκδήλωση της Ύπατης Αρμοστείας για τη διασύνδεση προσφύγων και επιχειρήσεων. Εκεί απευθυνόμενος στους εκπροσώπους των επιχειρήσεων που ήταν παρόντες δήλωσε:
«Μπορείτε να συνεργαστείτε με πρόσφυγες και έτσι να βοηθήσετε όλη την κοινωνία. Οι πρόσφυγες το μόνο που ψάχνουν είναι ευκαιρίες να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους. Σας προσκαλώ να γράψουμε μαζί μια νέα σελίδα της ιστορίας των προσφύγων στην Ελλάδα».
Έχοντας λάβει πλέον την ελληνική ιθαγένεια, ο Ζυλιέν θέλει τώρα να νιώσει τη θαλπωρή της οικογένειας που τόσο στερήθηκε. Η σύζυγος και η δίχρονη κόρη τους, Φωτεινή, όμως, ζουν στην Κύπρο, και παρόλο που έχουν κάνει αίτημα να έρθουν στην Ελλάδα, οι διαδικασίες καθυστερούν. Ο Ζυλιέν απευθύνει έκκληση για επιτάχυνση των διαδικασιών και από τις δύο χώρες, ώστε να μπορέσει να επανενωθεί με την οικογένειά του.
Μια αισιόδοξη συγκινητική ιστορία ενός ασυνόδευτου παιδιού μετανάστη που κατάφερε να πετύχει όσα ήθελε παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε.
Ζυλιέν να είσαι πάντα καλά!