Τρομαχτικό έγκλημα: Ένα έγκλημα από τα παλαιά χρόνια. Ίσως έχει μεινει στην ιστορία ως ένα από τα πιο αποτρόπαια και βίαια που έχουν γίνει.
H πρωτοφανής υπόθεση για τα τότε ελληνικά δεδομένα μιας μάνας που σκότωσε τον γαμπρό της και που πέρασε στην ιστορία. Έγινε μάλιστα και τραγούδι με τίτλο Κακούργα Πεθερά το 1931. Ο Θανάσης Αθανασόπουλος (—1931) υπήρξε το θύμα άγριας δολοφονίας από την πεθερά, την σύζυγό του και τον εξάδελφο της συζύγου του.
Το έγκλημα αυτό είχε προκαλέσει μεγάλες αναταραχές αφού ηταν το πρώτο έγκλημα τέτοιου τύπου. Το πρώτο που να έχει καταγεγραφεί μέχρι τότε τουλάχιστον. Έτσι πηρε και το τίτλο «έγκλημα του αιώνα».
Ήταν ανήμερα των Θεοφανείων του 1931. Τότε ένας περαστικός αντίκρισε στην κοίτη του Κηφισού ένα φρικαλέο θέαμα. Δυο τεράστιους σάκους που είχαν ένα πτώμα μέσα τους.
Το θύμα ήταν ο Δημήτριος Αθανασόπουλος. Για το ειδεχθές έγκλημα, συνελήφθησαν:
Οι τρεις τελευταίοι είχαν αναλάβει την μεταφορά του πτώματος. Λίγες ημέρες μετά την αποκάλυψη του αποτρόπαιου εγκλήματος έγινε ρεμπέτικο. Το τραγούδι είναι γνωστό και ως: «Καημένε Αθανασόπουλε τι σου μελλε να πάθεις» και είχε γίνει τεράστια επιτυχία στην προπολεμική Ελλάδα.
Ηταν νύχτα της 3ης προς 4η Γενάρη του 1931. Το σπίτι στη συμβολή των οδών Θησέως και Αγ. Πάντων, στου Χαροκόπου ήταν σκοτεινό. Πίσω από τους τοίχους του, όμως, διαπράττονταν μια ασέλγεια. Ο Δημήτρης ασελγούσε στην σύζυγο του Φούλα.
Ο Αθανασόπουλος δεν ήταν τόσο καλός ανθρωπος. Είχε ελαστική συνειδηση και είχε αγανακτήσει με το γεγονός του ότι η γυναίκα του δεν του έδινε κάτι που άλλες γυναίκες του πρόσφεραν απλόχερα. Μια από αυτές τις άλλες γυναίκες ηταν και η πεθερά του.
Η Φούλα Αθανασοπούλου, πανέμορφη και μόλις στα 25 της, είχε παντρευτεί τον Αθανασόπουλο απογοητεύοντας στρατιές θαυμαστών. Ο Αθανασόπουλος, κατά πάσα πιθανότητα, διατηρούσε σχέση με τη μητέρα της, Αρτεμη Κάστρου. Η Άρτεμη ηταν άνευ φραγμών και δεν δίστασε να παντρέψει την κόρη της με τον εραστή της. Η ίδια μάλιστα είχε περιστασιακές περιπτύξεις με τον ίδιο ακόμα και μετά το γάμο της κόρης της.
Εκείνη τη νύχτα ο Αθανασόπουλος έξαλλος. Κακοποίησε βάναυσα τη Φούλα, η οποία κατόρθωσε να του ξεφύγει και να ζητήσει βοήθεια από τη μητέρα της. Η αντίστροφη μέτρηση για τον Αθανασόπουλο είχε αρχίσει.
Η Κάστρου αποφάσισε την εκτέλεση του Αθανασόπουλου. Δεν είπε τίποτα στην κόρη της. Ο τότε 18χρονος Δημήτρη Μοσκιό, ηταν τρομερά ερωτευμένος με την Φούλα. Έτσι πείστηκε.
5 Γενάρη 1931. Στο σπίτι του ο Αθανασόπουλος κοιμάται. Ο Μοσκιός τον πυροβολεί και τον σκοτώνει. Η Φούλα παρακολουθεί αφήνοντας το έγκλημα να πάρει την τροπή του. Στην αρχή προσπαθούν να αποτεφρώσουν το πτώμα αλλά η έντονη μυρωδιά τους σταματάει. Το πτώμα έπειτα από διαμελισμό παραδίδεται στον Σπύρο Μαγουλόπουλο ο οποιος ηταν θαυμαστής της Φούλας. Αυτός τα δίνει στον καραγωγέα Γιώργο Κορναράκη, με την εντολή να τα πετάξει στο ρέμα του Ιλισσού. Έτσι και έγινε.
Τα μακάβρια δέματα σκαλώνουν στις όχθες του ποταμού, όπου τα ανακαλύπτει διερχόμενος διαβάτης. Ειδοποιείται η αστυνομία.
Το έγκλημα στου Χαροκόπου έπεσε σαν βόμβα στην Αθηναϊκή κοινωνία και συντάραξε ολόκληρη της Ελλάδα.
Η δίκη θα κρατήσει αρκετούς μήνες. Κατηγορούμενοι είναι:
Οι αστικές εφημερίδες της εποχής (1931-1932) πέτυχαν το «λαβράκι», για να τονίσουν την αναιμική κυκλοφορία τους.
Οι καταδίκες ήταν βαριές.
1) Άρτεμις Κάστρου, σύζυγος Παναγιώτου, ετών 45, εις θάνατον.
2) Σοφία Αθανασοπούλου, σύζυγος Δημητρίου, ετών 25, εις θάνατον.
3) Γιαννούλα Μπέλλου του Γεωργίου, ετών 38, εις ισόβια δεσμά
4) Δημήτριος Μοσκιός του Περικλέους ετών 18, κάθειρξις 20 ετών
5) Σπύρος Μαγουλόπουλος, κάθειρξις 18 μηνών
6)Αντώνιος Μαγουλόπουλος, ετών 23, αθώος
7) Κορναράκης Γεώργιος , ετών 34, αθώος.
Η Φούλα και η μητέρα της οδηγούνται στις φυλακές. Δεν θα μείνουν εκεί για περισσότερα από δέκα χρόνια. Η ομορφια της Φούλας κάνει τον διευθυντή των φυλακών να την ερωτευτεί παράφορα. Έτσι προσπαθεί να την κάνει να περνάει άνετα στις φυλακές υπό την προστασία του. Με τον ίδιο τρόπο «βολεύεται» και η Κάστρου.
Η Κατοχή και η πρώτη κυβέρνηση των κουίσλιγκ, με πρωθυπουργό τον Τσολάκογλου, θα βγάλει με διάταγμά της από τις φυλακές τους βαρυποινίτες (υπουργός της Δικαιοσύνης ο Αντ. Λιβιεράτος) και στην περίπτωση αυτή μπήκαν κι η Φούλα μαζί με τη μάνα της.
Μάνα και κόρη αποφυλακίζονται. Η Φούλα παντρεύεται όχι τον Διευθυντή των φυλακών, αλλά έναν συνταγματάρχη, τον Αγαπητό Κομήτη. Υπήρξε υποδειγματική σύζυγος και πέθανε το 1971από καρδιά. Ένα χρόνο αργότερα πέθανε και ο σύντροφός της Η Κάστρου υπέφερε πολύ στα τελευταία της, που τα πέρασε κατάκοιτη στο κρεβάτι, τρελάθηκε και πέθανε το 1956.
Το 2001 κυκλοφόρησε βιβλίο για την υπόθεση γραμμένο από το δημοσιογράφο Τάσο Κοντογιάννη, προκαλώντας δικαστική διαμάχη με τους απογόνους της Φούλας.