Τα “αλύτρωτα ζευγάρια” ήταν τα ζευγάρια που- μέχρι το 1982- δεν μπορούσαν να πάρουν διαζύγιο και παρέμεναν σ έναν γάμο χωρίς να το θέλουν, εκτός και αν υπήρχαν λόγοι μοιχείας, τους οποίους μπορούσαν ν’ αποδείξουν.
Οι τηλεθεατές που παρακολουθούν τις Άγριες Μέλισσες, στα επεισόδια που προβάλλονται αυτή την περίοδο, βλέπουν τον δάσκαλο της σειράς, Λάμπρο, να προσπαθεί να πάρει διαζύγιο από την σύζυγό του, Θεοδοσία, αλλά να βρίσκει τοίχο μπροστά στο νόμο που ίσχυε τότε και απαγόρευε το διαζύγιο.
Ο μόνος τρόπος για τη λύση του γάμου, ήταν η με αποδείξεις μοιχεία ή η παραδοχή του/της συζύγου πως διέπραξε πράγματι μοιχεία. Και σε περίπτωση που αναρωτιέστε, αν η παραπάνω ιστορία αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας για τις ανάγκες της σειράς του ΑΝΤ1, η απάντηση είναι «όχι».
Στην Ελλάδα, για πολλά χρόνια και συγκεκριμένα μέχρι το 1982, ίσχυε ένας αναχρονιστικός και αυστηρός νόμος που απαγόρευε στα ζευγάρια να πάρουν διαζύγιο. Τα περί «ασυμφωνίας χαρακτήρων» δεν υπήρχαν ως αιτία χωρισμού και όπως είπαμε παραπάνω, ο μοναδικός λόγος διαζυγίου ήταν η μοιχεία.
Και κάπως έτσι για πολλές δεκαετίες το «Ους ο θεός συνέζευξε, άνθρωπος μη χωριζέτω» έβρισκε πλήρη εφαρμογή και νομικά, οδηγώντας, όμως, σε αδιέξοδο πολλούς συζύγους που είτε ήταν αναγκασμένοι να παραμείνουν σε έναν τελειωμένο γάμο είτε προχωρούσαν σε μία διπλή ζωή.
Και δημιούργησε αμέτρητα «αλύτρωτα ζευγάρια» – έτσι τα ονόμασε ο Τύπος της εποχής – αλλά και μία γενιά νόθων παιδιών, αφού ο πατέρας κυρίως, δεν ήταν σε θέση να αναγνωρίζει το παιδί, αφού δεν είχε πάρει διαζύγιο.
Σήμερα, που η διαδικασία του διαζυγίου έχει απλοποιηθεί, ακούγεται ιδιαίτερα παράξενη η ιστορία αυτή. Ωστόσο, ήταν μία πραγματικότητα – σκληρή – για τα ζευγάρια που την βίωναν την εποχή εκείνη. Ακόμα και αν οι δύο σύζυγοι μέσα στον γάμο συμφωνούσαν πως δεν ταιριάζουν, πως δεν μπορούν να συνεχίσουν την κοινή ζωή, αυτό δε σήμαινε πως μπορούσαν και να χωρίσουν.
Όταν παντρευόσουν την εποχή εκείνη, έπαιρνες κατά κάποιο τρόπο και το ρίσκο, αφού ακόμα και αν δεν ταίριαζες, ήσουν αναγκασμένος να ζήσεις με τον άλλον. Η μόνη αιτία για τη λύση του γάμου ήταν η μοιχεία. Αλλά αυτό σήμαινε ταυτόχρονα και διαπόμπευση. Αν και η απελπισία ήταν τόσο μεγάλη, που κάποιοι σύζυγοι κατέφευγαν ακόμα και σε σκηνοθετημένες απιστίες προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους και να «λυτρωθούν» από τα δεσμά ενός αποτυχημένου γάμου.
Όσα, πάλι, ζευγάρια δεν τα κατάφεραν, έμειναν γνωστά ως «αλύτρωτα», όνομα που τους απέδωσε ο Τύπος της εποχής.
Εδώ, δεν απουσιάζουν και οι ιστορίες με το ρόλο που είχε ο/η σύζυγος που δεν επιθυμούσε τον χωρισμό. Ειδικά, όταν καταλάβαινε πως υπήρχε άλλο πρόσωπο, τότε με εκδικητικό τρόπο αρνούνταν πεισματικά να δώσουν το διαζύγιο. Κάτι ανάλογο, δηλαδή, που παρακολουθούμε και στο «αλύτρωτο ζευγάρι» της σειράς του ΑΝΤ1, όπου η Θεοδοσία δε συμφωνεί στον χωρισμό.
Και αν λοιπόν η άλλη πλευρά δε συμφωνούσε, η διαδικασία όχι γινόταν δυσκολότερη, αλλά ήταν απλά ανέφικτη. Βέβαια, υπήρχαν και περιπτώσεις, όπου γυναίκες απειλούσαν τους συζύγους τους και ζητούσαν οικονομικό αντάλλαγμα (χρήματα, ακίνητα) για να συναινέσουν στη λύση του γάμου.
Η κατάσταση για τους «αλύτρωτους» ήταν απελπιστική και με την πάροδο του χρόνου, ο αριθμός τους όλο και αυξανόταν. Μάλιστα, υπολογίζεται πως αριθμός τους τη δεκαετία του ’70 ξεπέρασε τις εκατό χιλιάδες! Κι επειδή «Η ισχύς εν τη ενώσει», αποφάσισαν να δημιουργήσουν το δικό τους σωματείο και ενωμένοι να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους και κυρίως την ελευθερία τους.
Μάλιστα, χρόνια πριν και συγκεκριμένα από τα μέσα της δεκαετίας του ’50, οι «όμηροι» των αποτυχημένων γάμων, είχαν ήδη δημιουργήσει τη δική τους «αλύτρωτη» συνοικία στα Γλυκά Νερά. (Είναι η συνοικία που αναφέρει ο δικηγόρος τον οποίο επισκέπτεται ο Λάμπρος, για όποιον παρακολουθεί τις Άγριες Μέλισσες).
Στην περιοχή εκείνη ζούσαν 1.500 περίπου οικογένειες, εκ των οποίων πάνω από 500 ήταν οικογένειες «αλύτρωτων συζύγων». Αριθμός εντυπωσιακός αλλά κι ενδεικτικός για ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα της εποχής, που είχε πάρει πλέον και κοινωνικές διαστάσεις.
Άλλοι σύζυγοι παρέμεναν αναγκαστικά στον γάμο, κάνοντας διπλή ζωή. Και άλλοι εγκατέλειπαν τις πρώτες συζύγους και δημιουργούσαν νέες οικογένειες, όχι όμως νόμιμες από την πολιτεία και χωρίς την ευλογία της εκκλησίας, που στήριζε τη νομοθεσία περί διαζυγίου.
Από τις νέες σχέσεις γεννιούνταν παιδιά, τα οποία, όμως, ο πατέρας δεν μπορούσε να αναγνωρίσει, αφού νομικά δεν είχε χωρίσει ποτέ από την πρώτη σύζυγο. Κι επειδή η κοινωνία ήταν σκληρή, τα παιδιά αυτά δεν άργησαν να στιγματιστούν ως νόθα ή «μπάσταρδα».
Και μιλάμε για έναν μεγάλο αριθμό παιδιών, για μια ολόκληρη γενιά, που γνώριζαν σκληρότητα και προσβολές. Και ήταν μονίμως υπό διωγμό.
«Ους ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω», οπότε δεν αποτελεί έκπληξη η στάση της Εκκλησίας, η οποία ήταν ενάντια στη λύση ενός γάμου. Αρνούνταν οποιαδήποτε αλλαγή στη νομοθεσία, υποστηρίζοντας πως έτσι προστάτευαν τον θεσμό της οικογένειας.
Τη δεκαετία του ’70 κι ενώ η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο, οι «αλύτρωτοι» έκαναν απεργία πείνας, συγκινώντας μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης και αναδεικνύοντας το πρόβλημα τους.
Μπροστά στις έντονες αντιδράσεις που είχαν προκληθεί, δόθηκε μια προσωρινή λύση. Τα ζευγάρια που ήθελαν να χωρίσουν, είχαν έξι μήνες διορία για να πάρουν συναινετικό διαζύγιο. Μέσα σε αυτό το διάστημα εκδόθηκαν χιλιάδες διαζύγια. Αλλά μετά την παρέλευση του εξαμήνου, ο νόμος που απαγόρευε τα διαζύγια, επανήλθε.
Για να καταργηθεί το 1982, από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου. Μάλιστα, σύμφωνα με το νέο οικογενειακό δίκαιο τον Ιούλιο του 1982, η μοιχεία αποποινικοποιήθηκε, ενώ με το Νόμο 1329/1983 έπαψε να αποτελεί και απόλυτο λόγο διαζυγίου.
Κι ενώ κάποιος δυσκολευόταν πολύ να πάρει διαζύγιο την εποχή εκείνη ή έμενε «αλύτρωτος» σε ένα νεκρό γάμο, δεν ίσχυε το ίδιο και με γνωστά πρόσωπα. Δεν ήταν λίγα τα «επώνυμα» διαζύγια της εποχής, προκαλώντας την αντίδραση των «αλύτρωτων».
Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα και σκάνδαλο της εποχής, ήταν το πολυσυζητημένο διαζύγιο του δικτάτορα Γεώργιου Παπαδόπουλου. Αν και παντρεμένος με την Νίκη Βασιλειάδη, διατηρούσε για 10 χρόνια εξωσυζυγική σχέση με την Δέσποινα Σερέτη. Όταν η πρώτη του σύζυγος κατέθεσε αγωγή διαζυγίου, λέγεται πως εκείνος με φωτογραφικές διαδικασίες εξπρές, ξεπέρασε τη γραφειοκρατία και πήρε την πολυπόθητη ελευθερία του, για να παντρευτεί την ερωμένη του.