Θρυλικός αυτιάς – Αληθινή ιστορία: Πρόκειται για τον Γεράσιμο Περδικάρη. Ήταν ο τύπος που θα προσπαθούσε με κάθε τρόπο να μάθει, αν κάποιος βρισκόταν ή όχι στο διαμέρισμά του. Αν δεν υπήρχε κάποιος μέσα στο διαμέρισμα, τότε θα του έκλεβε ό,τι είχε σε μετρητά και μικρά ακριβά αντικείμενα. Όλο αυτό το έκανε ακούγοντας τους θορύβους του σπιτιού, με τα αυτιά του. Από εκεί βγήκε και το παρατσούκλι του.
Όταν τελικά συνελήφθη και δικάστηκε, ο Γεράσιμος Περδικάρης όπως ήταν το πραγματικό όνομά του, ομολόγησε πάνω από 110 διαρρήξεις. Όπως παραδέχτηκε, τουλάχιστον τόσες μπορούσε να θυμηθεί. Για τόσες μπορούσε να δώσει λεπτομέρειες. Οι εκτιμήσεις της αστυνομίας αλλά και του ίδιου κάνουν λόγο για ένα πολλαπλάσιο νούμερο. Ίσως και περισσότερες από 500.
Όσες, πάντως, κι αν ήταν οι φορές που ο Περδικάρης μπούκαρε σε κάποιο οίκημα, ποτέ μα ποτέ δεν κατέφυγε στη βία. Σε λίγες περιπτώσεις το κόλπο με το κουδούνι και το αυτί δεν έπιανε. Σε αυτές βρισκόταν ενώπιος ενωπίω με τους κατοίκους. Ωστόσο, παρέμενε ψύχραιμος και ευγενικός.
Και ανάλογα με το τι και ποιον συναντούσε, είτε έφευγε είτε προχωρούσε παραπέρα. Από τις αμέτρητες ιστορίες που γιγάντωσαν τον μύθο του κάποιες ξεχωρίζουν. Όπως για παράδειγμα τότε που μπαίνοντας αντίκρισε μια τρομοκρατημένη έγκυο γυναίκα η οποία λόγω της κατάστασής της δεν είχε προλάβει να ανοίξει.
Ο Περδικάρης υποδύθηκε τον υδραυλικό, την ηρέμησε και έφυγε χωρίς να αγγίξει τίποτα. Μια άλλη φορά συνειδητοποίησε πως το εξωτερικό του σπιτιού τον είχε ξεγελάσει και όλα μέσα έδειχναν ότι επρόκειτο για ένα φτωχικό. Ντράπηκε και άφησε 25.000 δραχμές.
Πριν κυλήσει στην αμαρτία ο Περδικάρης είχε κάνει διάφορες δουλειές. Από σερβιτόρος και εργάτης μέχρι ναυτικός. Όλοι όσοι τον γνώρισαν επαγγελματικά μόνο καλά λόγια είχαν να πουν για τους τρόπους και τον χαρακτήρα του. Περιέγραφαν έναν χαμογελαστό, ευχάριστο τύπο, πάντα ευγενικό και πράο. Ένα άτομο υπεράνω κάθε υποψίας.
Κανείς δεν ξέρει τι ώθησε τον «Αυτιά» στην παρανομία. Ωστόσο μετά την πρώτη φορά δεν υπήρχε για εκείνον γυρισμός. Με αυτό το κόλπο κατόρθωνε να βγάζει άκοπα και εύκολα χρήματα που δεν τα φανταζόταν καν. Με τόσα λεφτά στα χέρια είχε την δυνατότητα να συντηρήσει τον απαιτητικό τρόπο ζωής του, αφού σταδιακά μυήθηκε στην «μεγάλη ζωή», αγοράζοντας ακριβά αυτοκίνητα, αποκτώντας τη δική του βίλα στην Κινέττα και επιδεικνύοντας σε κάθε ευκαιρία την οικονομική άνεσή του.
Επιπλέον στα μπαρ της Τρούμπας εκείνη την περίοδο (από το 1975 έως το 1983 όταν και σταμάτησε τη δράση του) είχε όνομα που μετρούσε στη νύχτα. Εκεί από ένα σημείο κι έπειτα, παρουσιαζόταν ως Γιώργος Σταματελόπουλος, αστυνομικός και μάλιστα της δίωξης ναρκωτικών. Φυσικά αυτή η πλαστοπροσωπία έκρυβε κινδύνους που απειλούσαν να τον αποκαλύψουν, αλλά αυτός ο εκπληκτικός καταφερτζής κατόρθωσε ξανά το θαύμα του.
Μετά από μια φασαρία που κατέληξε σε καυγά μέσα σε νυχτερινό μαγαζί, οι ιδιοκτήτες έσπευσαν να ζητήσουν βοήθεια από τον… ασφαλίτη Σταματελόπουλο και αυτός ο… Θεός, όχι μόνο τους συνέλαβε, αλλά τους παρέδωσε κατόπιν και στα πραγματικά όργανα της τάξης, λέγοντάς τους άγνωστο τι!
Για σχεδόν 10 χρόνια κάπως έτσι κυλούσε η ζωή του. Με διαρρήξεις και χρήματα που του εξασφάλιζε ο κλεπταποδόχος του Κ.Β (εξάδελφος γνωστής τραγουδίστριας και ο άνθρωπος που φέρεται να τον ώθησε στην παρανομία). Το ίδιο άτομο πάντως υπέγραψε και την καταδίκη του. Ένα από τα κλοπιμαία που έσπρωξε ο Κ.Β στην πιάτσα ήταν και ένα όπλο που όπως αποδείχθηκε ήταν υπηρεσιακό περίστροφο που άνηκε σε αστυνομικό.
Οι έρευνες οδήγησαν σε αυτόν κι εκείνος κατά την ανάκριση «κελάηδησε» διάφορα ονόματα, μεταξύ αυτών και του «Αυτιά». Ο Περδικάρης επιχείρησε αρχικά να κρυφτεί στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κεφαλλονιά, όμως σύμφωνα με την δική του μαρτυρία, οι τύψεις δεν τον άφησαν να ηρεμήσει.
Στην ομολογία του αποκάλυψε ότι ζητούσε από τον Θεό να του απαντήσει τι να κάνει και τότε σε όραμα πήρε αυτό που ζητούσε. Το επόμενο πρωί κατευθύνθηκε σε κοντινό εκκλησάκι όπου εξομολογήθηκε τα πάντα και κατόπιν έφτασε μέχρι το αστυνομικό τμήμα της περιοχής όπου παραδόθηκε.
Ήταν ένας άνθρωπος βαθιά μετανιωμένος για τις πράξεις του, τις οποίες απέδωσε σε έργο του σατανά, του οποίου θεώρησε ότι υπήρξε όργανό του. Παρέδωσε μετρητά ύψους 45.000.000 και την βίλα του στην Κινέττα προκειμένου να μοιραστούν στα θύματά του και ετοιμάστηκε για την ετυμηγορία του δικαστηρίου.
Συγκρινόμενη με τις ποινές που προβλέπουν οι προοδευτικοί πια ποινικοί κώδικες, η δική του ήταν σκληρή. 17 χρόνια φυλάκιση, εκ των οποίων εξέτισε τα 14 στα σωφρονιστικά ιδρύματα του Κορυδαλλού, της Χαλκίδας, των Ιωαννίνων, της Πάτρας, της Αίγινας και κατέληξε στις αγροτικές φυλακές στην Αγιά της Λάρισας, από όπου αποφυλακίστηκε….
Σε όλη την διάρκεια του εγκλεισμού του ο «Αυτιάς» έμεινε πιστός στο κάλεσμα που ένιωσε, συνεχίζοντας να παραμένει κοντά στον Θεό και επιχειρώντας να βάλει και άλλους κρατούμενους στο δρόμο του. Μια στάση που τήρησε ακόμη και όταν εξέτισε την ποινή του.