Φονικό στα Ανώγεια: «Εγώ τον σκότωσα, άδειασα το πιστόλι μου πάνω του», παραδέχτηκε ο δολοφόνος του φονικού των Ανωγείων.
Με την πρόταση του εισαγγελέα και τις αγορεύσεις των συνηγόρων θα συνεχιστεί σήμερα στο Μεικτό Ορκωτό δικαστήριο Χανίων. Θα γίνει κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας εντός και έκτος αίθουσας, η δίκη για το διπλό φονικό στα Ανώγεια. Πρόκειται για εκείνο που έχασαν την ζωή τους ο γνωστός μαντιναδολόγος της Κρήτης Λευτέρης Καλομοίρης και ο νεαρός γείτονας του Γιώργος Ξυλούρης.
Στο ειδώλιο του κατηγορούμενου ο 29χρονος Μανώλης Καλομοίρης γιος του 63χρονου μαντιναδολόγου. Ο ίδιος από την πρώτη κιόλας στιγμή της σύλληψης του στις 2 Μαϊού 2020 είχε παραδεχτεί τη συμμετοχή του στην δολοφονία. Επίσης, πως είναι αυτός που αφαίρεσε την ζωή του 32χρονου Ξυλούρη, ο οποίος προηγουμένως είχε σκοτώσει τον πατέρα του.
Αν το επιτρέψουν οι συνθήκες είναι πιθανό σήμερα να πέσει αυλαία στην πολύκροτη δίκη με την απόφαση του δικαστηρίου. Την απόφαση περιμένουν οι δυο οικογένειες για δικούς τους και διαφορετικούς λόγους. Την περιμένουν με αγωνία με στόχο την δικαίωση των ψυχών που χάθηκαν.
Κατά την χθεσινή ακροαματική διαδικασία και κάτω από ένα ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα πραγματοποιήθηκε η κατάθεση του Μανώλη Καλομοίρη, ο οποίος περιέγραψε την δική του αλήθεια μπροστά στους δικαστές:
«Oι εικόνες από εκείνο το βράδυ μου έχουν στοιχειώσει το μυαλό» είπε και συνέχισε λέγοντας «ειπώθηκαν ψέματα και δεν ντράπηκαν τα στόματα που τα είπαν». «Αναφέρομαι σε εκείνους που δεν επέτρεψαν στη σορό του πατέρα μου να μπει για τελευταία φορά στο σπίτι μας, αναφέρομαι σε εκείνους που είτε έσπασαν τον τάφο του πατέρα μου, είτε σε εκείνους που φώναζαν τη μάνα μου φόνισσα να κοιτάξουν στον καθρέφτη και εκεί θα δουν τον πραγματικό φονιά».
Σχετικά με τα όσα έγιναν την μοιραία εκείνη ημέρα, ο Μανώλης Καλομοίρης, είπε «εκείνο το βράδυ ήμουν με τη μητέρα και τον πατέρα μου σπίτι μας το απόγευμα. Έφυγα να τρέξω για προπόνηση. Γύρισα, έκανα μπάνιο και βλέπαμε τηλεόραση. Με πήρε τηλέφωνο ο ξάδερφός μου να πάω σπίτι του. Πήγα έξω, ήμουνα στην αυλή με τον θείο μου και έναν συγχωριανό μας. Φεύγοντας για να γυρίσω σπίτι μου, μιλούσα στο κινητό όταν ξαφνικά είδα τον Ξυλούρη να έρχεται προς εμένα και ήταν επιθετικός για τον πατέρα μου…».
«Του είπα ποιο είναι το πρόβλημά σου με τον πατέρα μου; Οι τόνοι ανέβηκαν και κάποια στιγμή με απώθησε λέγοντας πως είμαστε ρουφιάνοι και γκεσταπίτες. Έκανε ένα βήμα πίσω και ενστικτωδώς τον χτύπησα μία φορά με το αριστερό μου χέρι. Μετά αρχίσαμε να παλεύουμε. Μπορούσα να τον χτυπήσω κι άλλο, αλλά ήθελα να τον ακινητοποιήσω και να τον αφοπλίσω, γιατί σκεφτόμουν ότι οπλοφορούσε αν και τελικά φάνηκε ότι δεν είχε όπλο. Ξαφνικά κάποιος με τράβηξε, ενώ ο Ξυλούρης φεύγοντας προς στο σπίτι του απειλούσε…».
«Εγώ έφυγα για να πάω σπίτι μας. Ο πατέρας μου με ρώτησε τι έγινε. Δεν ήξερα πού ήταν ο Ξυλούρης, ήμουν κυριευμένος από αίσθημα φόβου, μπήκα σπίτι μου πήρα το πιστόλι και βγήκα έξω. Ήμουν τρομαγμένος, ακούω φωνές, έντονες. Παναγία μου, τον Λευτέρη βοήθεια. Συνειδητοποιώ ότι ο πατέρας μου δεν είναι δίπλα μου, δεν θυμάμαι αν πήγα… πετώντας ή περπατώντας αλλά με το που φτάνω εκεί η τελευταία εικόνα που θυμάμαι είναι ο σκοτωμένος πατέρας μου στον δρόμο πεσμένος με ανοιχτά τα χέρια, τον Ξυλούρη αν τον πυροβόλησα μία ή εφτά φορές δεν θυμάμαι, εγώ τον σκότωσα, αλλά δεν θυμάμαι πόσες φορές τον πυροβόλησα και που…».
«Τρελάθηκα. Θόλωσα. Δεν ξέρω αν έριξα 1 ή 7 σφαίρες, ξέρω ότι άδειασα το πιστόλι μου» κατέθεσε και τόνισε πως δεν μετανιώνει για τίποτα. «Αν γυρνούσα πίσω το χρόνο θα έκανα τα ίδια. Αυτό που θα άλλαζα είναι ότι θα έπαιρνα τη μάνα μου και τον πατέρα του από τα Ανώγεια» φέρεται να είπε, στηλιτεύοντας τη «νοσηρή νοοτροπία της τοπικής κοινωνίας όσον αφορά την οπλοχρησία».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η δίκη πραγματοποιείται υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας και γι΄ αυτό το λόγο εντός της δικαστικής αίθουσας έχει επιτραπεί να βρίσκονται μόνο τρεις συγγενείς από κάθε πλευρά, μόνο γυναίκες.
Σύμφωνα με το βούλευμα όλα συνέβησαν το βράδυ της 2ας Μαΐου στο Περαχώρι μετά από έναν καυγά ανάμεσα στον 29χρονο γιο του Λευτέρη Καλομοίρη και τον 32χρονο Γιώργο Ξυλούρη με αφορμή παλιές κτηματικές διαφορές. Περιγράφεται ότι ο 29χρονος γρονθοκόπησε άσχημα το νεαρό κτηνοτρόφο στο πρόσωπο. Τους χώρισαν τρίτοι με τον 32χρονο να αποχωρεί εκνευρισμένος, προειδοποιώντας ότι θα επιστρέψει. Αντίστοιχα εκνευρισμένος επέστρεψε στο σπίτι του και ο 29χρονος.
Το Δικαστικό Συμβούλιο, θεωρεί ότι σε εκείνη τη χρονική στιγμή ο Μανώλης Κολομοίρης πήρε το πιστόλι, το έβαλε στη μέση του και πήγε κάτω από το σπίτι του Ξυλούρη όπου άρχισε να φωνάζει. Τον απομάκρυνε ο πατέρας του με άλλους συγγενείς. Ταυτόχρονα στην οικία του Γιώργου Ξυλούρη συγγενείς του προσπαθούσαν να τον ηρεμήσουν και να τον κρατήσουν στο σπίτι. Τον κλείδωσαν όμως εκείνος κατάφερε να «δραπετεύσει» από το παράθυρο, πήδηξε στην παρακείμενη ταράτσα και στην συνέχεια βγήκε στο δρόμο. Κατευθύνθηκε στο αυτοκίνητο του, πήρε το Glock και το όπλισε. Μάρτυρας καταθέτει ότι μάταια προσπάθησε να τον αποτρέψει.
Αυτό πήγε να κάνει και ο Λευτέρης Καλομοίρης, όμως πιάστηκαν στα χέρια. Στη διάρκεια της πάλης, αναφέρεται στο βούλευμα, ο Γιώργης Ξυλούρης έπληξε με το πιστόλι τον Λευτέρη Καλομοίρη από απόσταση κάτω του μισού μέτρου. Το τραύμα στον άτυχο μαντιναδολόγο ήταν διαμπερές και έπληξε την καρδιά, την κοιλιακή αορτή και το συκώτι. Στο σημείο κατέφθασαν ο αδερφός και ο γιος του νεκρού. Ο τελευταίος βλέποντας τον πατέρα του πεσμένο χωρίς τις αισθήσεις του, τράβηξε το πιστόλι από τη μέση και πυροβόλησε 7 φορές σε ζωτικά όργανα τον Γιώργο Ξυλούρη.