Άρτεμις Καλαντζάκου: Πρόκειται για τη γνωστή σύμβουλο από το χώρο της επικοινωνίας. Η ίδια αποφάσισε να βγει για λίγο από την καθημερινότητά της. Για τη συγκεκριμένη απόφαση, αφορμή στάθηκε μία βαθιά και ανθρώπινη ιστορία. Παρακάτω ακολουθεί η ιστορία από την κα Καλαντζάκου. Αναλυτικότερα:
Άρτεμις Καλαντζάκου: Πώς ξεκινά η ανθρώπινη ιστορία της
«Αύγουστος του 2007 και εγώ είμαι αποφασισμένη να περάσω καλοκαίρι με παιδιά σε αγρόκτημα. Όλα ήταν ρόδινα, αναζητήσαμε και βρήκαμε στο κήπο τον μεγαλύτερο βάτραχο του κόσμου. Οι σφήκες δεν μας πτοούσαν, ούτε το βραδινό κρύο. Το μόνο πρόβλημα που είχα, ήταν ότι δεν θα μπορούσα να εξαπατήσω τον 7χρονο γιο μου, που είχε μάθει ήδη να μετράει από τη περασμένη χρονιά, και έτσι δεν θα μπορούσα να σβήσω και πάλι 35 κεράκια στη τούρτα γενεθλίων μου που πλησίαζαν.
Απόγευμα φτάνουν νέοι επισκέπτες: ένας κύριος σε αναπηρικό αμαξίδιο, που συνοδεύεται από μια κοπέλα 30 ετών και μαζί ένας μεγάλος κύριος (60 φεύγα) και μια νεαρή ξανθιά καλλονή με μια 5χρονη πιτσιρίκα. Το «μικρό» μυαλό μου και τα στερεότυπα αυτόματα με οδηγούν στα εξής συμπεράσματα: Ο ανάπηρος κύριος είναι με τη νοσοκόμα του, αφού τον περιποιείται και τον προσέχει διαρκώς, ο 60 φεύγα έχει Θεά νεαρή γκόμενα, προφανώς αλλοδαπή, η οποία για να τρέχει πίσω από την 5χρονη πιτσιρίκα μάλλον είναι κόρη της.
Είναι διακριτικοί, κατεβαίνουν αργά το απόγευμα για να βοηθούν το ανάπηρο κύριο να μπαίνει στη μικρή πισίνα του Κτήματος και να κολυμπά. Περνάνε κάποιες μέρες, αρχίζουμε τις καλημέρες κ.λπ και ένα απόγευμα που κάθομαι στην άκρη της πισίνας αρχίζω να μιλάω με τη κοπέλα που ήταν διαρκώς με τον κύριο. Τη νοσοκόμα που νόμιζα. Που όμως ήταν η γυναίκα του. Και με τη κούκλα 25χρονη που όχι, δεν ήταν γκομενάκι του ηλικιωμένου αλλά αδελφή της. Και με τον ηλικιωμένο κύριο που ήταν ο πατέρας τους».
Άρτεμις Καλαντζάκου: Πώς ολοκληρώνεται, η ανθρώπινη ιστορία της
«Και με την 5χρονη πιτσιρίκα που ήταν η κορούλα του ζευγαριού. Στο «μικρό» μυαλό μου κατέρρεαν όλα τα στερεότυπα Ένα προς ένα. Με θόρυβο. Το τελειωτικό χτύπημα ήλθε στη «μικρή» καρδιά μου, το επόμενο απόγευμα σε συζήτηση που είχα με τη γυναίκα του. Ναι, είχε μείνει ανάπηρος σε ατύχημα, ναι είχαν κάνει ήδη τη κορούλα τους και ναι, είχαν περάσει και περνούσαν τεράστια ζόρια. Τα είχε πάρει όλα πάνω της: σπίτι, κόρη, γιατρούς και δουλειά αφού αυτή πλέον στήριζε την οικογένεια.
Αλλά ήταν πολύ ευτυχισμένη που είχε τον άντρα της. Ψέλλισα ένα «μπράβο ρε κοπέλα μου» με τεράστιο θαυμασμό για τη δύναμή της. Και εκείνη μου είπε με τον πιο φυσικό τρόπο: «Γιατί μπράβο; Που αγαπώ τον άντρα μου; Εγώ αυτόν τον άντρα αγάπησα. Ο ίδιος άντρας είναι. Δεν άλλαξε γιατί είναι ανάπηρος». Και νομίζω ότι η απόφασή μου να μην πάμε στη Μύκονο εκείνο το καλοκαίρι, όπως το περασμένο, ήταν σωστή, γιατί μέσα σε δύο απογεύματα άνοιξε λίγο το «μικρό» μυαλό μου και η «μικρή» καρδιά μου».