Το Ατμόπλοιο Όρια (SS Oria) ήταν νορβηγικό ατμόπλοιο το οποίο βυθίστηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1944, προκαλώντας τον θάνατο περίπου 4.100 Ιταλών αιχμαλώτων πολέμου. Η βύθισή του αποτέλεσε την 4η μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία στην ιστορία του 2ου ΠΠ και την χειρότερη απώλεια ζωών από βύθιση ενός μόνο πλοίου στη Μεσόγειο.
Το συνολικό τονάζ του ήταν 2127 τόνοι και αποτελούσε ιδιοκτησία της νορβηγικής εταιρείας Fearnley & Eger με έδρα το Όσλο.
Με την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου αποτέλεσε τμήμα μίας νηοπομπής με προορισμό την Βόρεια Αφρική και τον Ιούνιο του 1940, λίγο μετά τη γερμανική εισβολή στη Νορβηγία, βρισκόταν υπό περιορισμό στην Καζαμπλάνκα. Ένα χρόνο αργότερα το πλοίο επιτάχθηκε από την Κυβέρνηση του Βισύ, μετονομάστηκε σε Sainte Julienne και χρησιμοποιήθηκε στη Μεσόγειο.
Το Νοέμβριο του 1942 επεστράφη επίσημα στον νόμιμο ιδιοκτήτη του, οπότε και πήρε εκ νέου το παλιό του όνομα, Oria, σύντομα όμως δόθηκε στην γερμανική εταιρεία Mittelmeer Reederei GmbH με έδρα το Αμβούργο.
Στις 11 Φεβρουαρίου 1944 απέπλευσε από τη Ρόδο με προορισμό τον Πειραιά, μεταφέροντας 4.046 Ιταλούς αιχμαλώτους (43 αξιωματικούς, 118 υπαξιωματικούς και 3.885 στρατιώτες), 90 Γερμανούς σε υπηρεσία και το πλήρωμά του. Την επόμενη ημέρα το πλοίο έπεσε σε καταιγίδα, εξετράπη της πορείας και προσέκρουσε στα βράχια της νησίδας Πάτροκλος, ανοικτά του ακρωτηρίου Σούνιο, άνοιξε αμέσως ρήγμα και βυθίστηκε. Κάποια πλοία, φτάνοντας λόγω κακοκαιρίας 3 ημέρες μετά στο ναυάγιο, διέσωσαν 6 Ιταλούς, 21 Γερμανούς, τον Νορβηγό καπετάνιο και τον Έλληνα μηχανικό. Όλοι οι υπόλοιποι έχασαν τη ζωή τους συμπεριλαμβανομένων και 21 Ελλήνων του πληρώματος.
Μετά το ναυάγιο, η απέναντι παραλία του Χάρακα, όπως και το Λαγονήσι, γέμισαν πτώματα. Οι Γερμανoί έθαψαν τους νεκρούς Ιταλούς σε ομαδικό τάφο, σε απόσταση εκατό μέτρων από τη θάλασσα.
Μαζί του πήρε στον βυθό 4.074 ανθρώπους και είναι μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες που παραμένει ευρέως άγνωστη.
Είμαστε στο προτελευταίο έτος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Ιταλία έχει συνθηκολογήσει και οι Γερμανοί έχουν τα Δωδεκάνησα. Η ιταλική φρουρά έχει παραδοθεί και είναι πλέον υπό καθεστώς αιχμαλωσίας.
Το απόγευμα της 11ης Φεβρουαρίου, 4.046 Ιταλοί στρατιώτες στοιβάζονται στα αμπάρια των νορβηγικών συμφερόντων πλοίο «Όρια», που επιτάχθηκε από τον γερμανικό στρατό.
Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του δέχθηκε επίθεση από βρετανικά πλοία και από το ολλανδικό υποβρύχιο «Ντολφάιν», αλλά κατάφερε να ξεφύγει και να συνεχίσει την πορεία του.
Το βράδυ της 12ης Φεβρουαρίου, το Όρια προσέκρουσε στον βράχο Μεδίνα κοντά στη νησίδα Πάτροκλος, που βρίσκεται στον Σαρωνικό. Το πλοίο πήρε κλίση και άρχισε να βυθίζεται με την περιοχή να γίνεται υγρός τάφος για 4.074 ανθρώπους. Πιο συγκεκριμένα τη ζωή τους έχασαν 4.025 Ιταλοί, 44 Γερμανοί και 5 μέλη του πληρώματος. Οι διασωθέντες ανέρχονται σε μόλις 28 -21 Ιταλοί, 6 Γερμανοί και ο Έλληνας μηχανικός του πλοίου.
Μπορεί η θάλασσα να γέμισε νεκρούς, ωστόσο, το συμβάν δεν καταγράφηκε πουθενά αν και οι νεκροί ξεπερνούσαν τα 1.523 θύματα του Τιτανικού.
Εικάζεται πως επρόκειτο για σκόπιμη ενέργεια, προκειμένου να μη ζητηθούν ευθύνες και αποζημιώσεις για τον χαμό των αιχμαλώτων, αφού στο μέγεθος της τραγωδίας είχαν αποφασιστική συμβολή οι συνθήκες στοίβαξης και εγκλεισμού τών -έτσι κι αλλιώς υπεράριθμων- Ιταλών στα αμπάρια του σκάφους.
Το ναυάγιο ερεύνησε, το 1999, ο Αριστοτέλης Ζερβούδης και το 2002 δημοσίευσε για πρώτη φορά το ιστορικό της βύθισης, όπως αυτό βρέθηκε στα αρχεία της γερμανικής Ναυτικής Διοίκησης Αιγαίου.