Η 45χρονη οικιακή βοηθός, που δολοφόνησε την κατάκοιτη ηλικιωμένη στις Καλυθιές της Ρόδου, της οποίας είχε αναλάβει τη φροντίδα και τηλεφώνησε στην Αστυνομία, λέγοντας «ελάτε, την έπνιξα», υποστήριξε ότι έχει σκοτώσει ακόμα τρία άτομα.
Ειδικότερα, η οικιακή βοηθός, που συνελήφθη από αστυνομικούς, στο πλαίσιο της προανάκρισης που ολοκληρώθηκε χθες, αργά το απόγευμα, υποστήριξε ότι έχει σκοτώσει ακόμα τρία άτομα.
Όπως αναφέρει η dimokratiki.gr, την 08.25 ώρα της Δευτέρας, η 45χρονη τηλεφώνησε στην Άμεσο Δράση και είπε στον αστυνομικό του κέντρου «έπνιξα την Φλώρα, ελάτε». Έδωσε οδηγίες στους αστυνομικούς και στο σημείο έσπευσε πρώτος με το ΕΚΑΒ ο αξιωματικός υπηρεσίας του Αστυνομικού Τμήματος Αρχαγγέλου, ενώ ταυτόχρονα ενημερώθηκε και η Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου.
Η 45χρονη περίμενε τους αστυνομικούς στην οικία της 75χρονης κατάκοιτης και μη αυτοεξυπηρετούμενης Φλώρας Καζέλλη, την οποία φρόντιζε και τους ενημέρωσε ότι τις πρώτες πρωινές ώρες της ίδιας ημέρας την έπνιξε με μαξιλάρι.
Υποστήριξε ότι τις πρώτες πρωινές ώρες της 21ης Νοεμβρίου, χωρίς κάποια αιτία, τοποθέτησε ένα μαξιλάρι στο πρόσωπό της, ενώ αυτή κοιμόταν με συνέπεια να την αναισθητοποιήσει.
Από την προανάκριση προέκυψε ότι αρχικά τοποθέτησε το χέρι στο πρόσωπό της, ενώ βρισκόταν στο κρεβάτι, ούσα ξύπνια και ακολούθως έβαλε το μαξιλάρι στο πρόσωπό της και την σκότωσε, εξαιτίας της δυσφορίας που όπως είπε της προκάλεσαν οι φωνές και ο χαρακτήρας του θύματος.
Το πλήρωμα του ασθενοφόρου βρήκε την 75χρονη γυναίκα στο κρεβάτι και προσπάθησε να την επαναφέρει, καθώς μέχρι εκείνη την ώρα είχε ισχνό σφυγμό, αλλά παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των ανθρώπων του ΕΚΑΒ, αυτό δεν κατέστη δυνατό και τελικά λίγη ώρα αργότερα πιστοποίησαν τον θάνατό της.
Η 45χρονη οικιακή βοηθός είχε αναλάβει αποκλειστικά την φροντίδα της 75χρονης και διέμενε μαζί της. Η συμβίωσή τους ήταν δύσκολη, γιατί η 75χρονη ήταν απαιτητική και η 45χρονη λόγω και των ψυχιατρικής φύσεως προβλημάτων που αντιμετώπιζε, δεν μπορούσε να την διαχειριστεί.
Εξεταζόμενη χθες, στο πλαίσιο της προανάκρισης, ομολόγησε τις πράξεις της, υποστηρίζοντας ότι είχε σταματήσει να λαμβάνει την αντιψυχωσική αγωγή που της έχουν συνταγογραφήσει για να αντιμετωπίζει την σχιζοφρένεια, από την οποία πάσχει, καθώς της προκαλούσε βαριά καταστολή.
Η μη λήψη των φαρμάκων της, όπως περιέγραψε με ακατάληπτη περιγραφή, που σε ορισμένα σημεία της δεν έβγαζαν νόημα οι αστυνομικοί, της προκαλούσε εκνευρισμό και αισθήματα που δεν μπορούσε να ελέγξει και ισχυρίστηκε ότι η ηλικιωμένη την εκνεύρισε, γιατί δεν την άφηνε να ηρεμήσει και την σκότωσε.
Σημειώνεται ότι η 75χρονη έχει ένα παιδί, το οποίο φιλοξενείται σε ίδρυμα, ενώ η δράστιδα έχει ομοίως νοσηλευτεί στο παρελθόν στο ψυχιατρείο της Λέρου. Έχει ένα παιδί με συγγενή αιρετού και είχε επιχειρήσει στο παρελθόν να το πνίξει με ζώνη και για τον λόγο αυτό της έχει αφαιρεθεί η επιμέλειά του και την έχει αναλάβει η γιαγιά του.
H 45χρονη οικιακή βοηθός, στο πλαίσιο της προανάκρισης, δίνοντας αδιευκρίνιστες πληροφορίες, ομολόγησε στους αστυνομικούς τρεις ακόμη φόνους.
Σε κατάθεση που έδωσε, όπως αναφέρει η “δημοκρατική”, αναφέρθηκε αρχικώς στην απόπειρα ανθρωποκτονίας του γιου της, Ταξιάρχη, σε ηλικία ενός έτους. Είπε ότι τότε είχε διακόψει την φαρμακευτική αγωγή της και προσπάθησε να τον πνίξει και για τον λόγο αυτό την έκλεισαν στο ψυχιατρείο.
Στη δεύτερη κατάθεση που έδωσε, υπογράμμισε ότι προ 10ετίας, όταν είχε λάβει εξιτήριο από το ψυχιατρείο της Λέρου, έμεινε στο σπίτι ενός ημεδαπού και φρόντιζε την 63χρονη τότε Ειρήνη Περγαμάλη του Νικολάου, που είχε πρόβλημα με την καρδιά της.
Κοιμόταν- όπως περιέγραψε- μαζί της κι ένα μεσημέρι πήρε μια σύριγγα, έβαλε μέσα νερό και χάπια της πίεσης που ελάμβανε και της τα χορήγησε από το στόμα, με αποτέλεσμα τον θάνατό της. Την επόμενη ημέρα- όπως περιέγραψε- πήγε στην κηδεία και φόρεσε και μαύρα.
Σε άλλη κατάθεση της, αναφέρθηκε πως ήλθε σε επαφή με την οικογένεια της 86χρονης Βασιλώς Σολδάτου του Σπυρανδρέα, προ διετίας και πως ανέλαβε έναντι αμοιβής 650 ευρώ την φροντίδα της.
Είπε ότι την πρόσεχε ένα χρόνο περίπου και κοιμόντουσαν μαζί σε δύο ενωμένα μονά κρεβάτια και της κρατούσε το χέρι. Η συγκεκριμένη ηλικιωμένη, όπως είπε, είχε κολίτιδα και σάκχαρο και όταν σταμάτησε τα χάπια που ελάμβανε για την αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας, έβαλε σε μια σύριγγα γιαούρτι και ζάχαρη ή μέλι και της το έδωσε.
Την επόμενη ημέρα μεταφέρθηκε η ηλικιωμένη με το ΕΚΑΒ στο νοσοκομείο και πέθανε μια εβδομάδα μετά. Ισχυρίστηκε ότι δεν είχε σκοπό να την σκοτώσει και ότι της έδωσε το συγκεκριμένο μείγμα τροφών, γιατί δεν έτρωγε, διότι είχε προσβληθεί από κορωνοϊό.
Στη συνέχεια, όπως περιέγραψε, ανέλαβε την φροντίδα της 70χρονης Θεοδοσίας Τοκούζη του Γεωργίου που έπασχε από άνοια, ήταν παχύσαρκη και κατάκοιτη. Υποστήριξε ότι την έδερνε, γιατί δεν έτρωγε το φαγητό της. Είπε ότι είχε σταματήσει να λαμβάνει την αγωγή της για την αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας, νευρίαζε και έδερνε την ηλικιωμένη.
Πιθανολόγησε ότι ευθύνεται για τον θάνατό της, γιατί την είχε χτυπήσει στο κεφάλι και δεν την τάιζε σωστά.
Σχετικά με τον θάνατο της τελευταίας, οι αστυνομικοί ήρθαν σε επαφή με τους συγγενείς της ηλικιωμένης, οι οποίοι και δήλωσαν ότι ο θάνατός της παρήλθε έπειτα από μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και όχι στις 5 ημέρες που υποστηρίζει η 45χρονη οικιακή βοηθός και μάλιστα δήλωσαν ότι απομάκρυναν την οικιακή βοηθό από την συγγενή τους νωρίτερα από τον χρόνο που απεβίωσε η ηλικιωμένη.
Ως συνήγορος υπεράσπισης της παρίσταται ο δικηγόρος κ. Στέλιος Αλεξανδρής.