Καθηγητής Δερμιτζάκης: Πρόκειται για τον πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας Τεχνολογίας και Καινοτομίας. Ο κ. Δεμιρτζάκης είναι καθηγητής Γενετικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γενεύης. Επιπλέον, αποτελεί Διευθυντή στο Κέντρο Γονιδιωματικής «Health 2030». Ο ίδιος παραχώρησε συνέντευξη, όπου μίλησε για μια σειρά από θέματα, τα οποία σχετίζονται με την πανδημία του COVID-19. Αναλυτικότερα, η συνέντευξή του:
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Αυτή η ποικιλομορφία στην εξέλιξη της νόσου. Επιπλέον, στη συμπτωματολογία είναι αναμενόμενη. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες διαφορετικότητας μεταξύ των ασθενών. Για παράδειγμα το αρχικό ιικό φορτίο που καθορίζει το χρόνο που έχει το ανοσοποιητικό μας σύστημα να αντιδράσει. Δηλαδή, μέχρι να εξελιχθούν πλήρως τα συμπτώματα.
Ως γενετιστής όμως πιστεύω ότι ένα μεγάλο ποσοστό της ποικιλομορφίας αυτής, είναι αποτέλεσμα του γενετικού προφίλ του ασθενούς σε συνδυασμό με το γονιδιωματικό προφίλ του ίδιου του ιού. Αυτό δεν το λέμε τυχαία. Είναι γνωστό ως φαινόμενο από τις ηπατίτιδες, το AIDS και πολλά άλλα λοιμώδη νοσήματα. Είμαι πεπεισμένος ότι το ίδιο θα δούμε και με τον COVID-19. Και για αυτό πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε γενετικές μελέτες σύντομα. Σκοπός είναι να βρούμε γενετικά ευπαθείς ομάδες, οι οποίες παρόλο που δεν έχουν υποκείμενα νοσήματα, παρουσιάζουν αρνητική εξέλιξη της νόσου. Όσον αφορά την πρωτοβουλία του Αντρέα Γκάνα, είναι ακόμη σε επίπεδο προετοιμασίας. Όμως, πολύ σημαντική και θα πρέπει να συντονιστεί σε ευρωπαϊκό ή και παγκόσμιο επίπεδο.
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Το πως μεταφέρεται ο ιός στον αέρα είναι κάτι υπό διερεύνηση. Οι μελέτες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας είναι πρώιμες για να οδηγήσουν σε τελικές αποφάσεις και οδηγίες προς το κοινό. Κανένας δεν μπορεί να είναι απόλυτος για την κατανομή του ιού στον αέρα. Όμως, τα μέτρα της κοινωνικής απόστασης και γενικά της απομόνωσης, πιστεύω ότι καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό αποφυγής της μόλυνσης. Η συζήτηση για το αν πρέπει οι φαινομενικά υγιείς άνθρωποι να φοράνε μάσκα, είναι ανεξάρτητη αυτών των τελευταίων δεδομένων, και περισσότερο σχετίζεται με δύο παράγοντες:Τη διαθεσιμότητα μασκών-που είναι ένα παγκόσμιο ζήτημα- και για τον πληθυσμό,πέραν του υγειονομικού προσωπικού, και της σωστής χρήσης της μάσκας από τον πληθυσμό.
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Είναι πολύ νωρίς να μιλήσουμε για αυτό. Αυτό θα είναι ένα σημαντικό μέρος των ερευνών τους επόμενους μήνες, γιατί τα επίπεδα ανοσίας σε ατομικό επίπεδο, αλλά και στον πληθυσμό θα καθορίσουν τη στρατηγική αντιμετώπισης του ιού μέχρι να βρεθεί κάποιο φάρμακο, ή εμβόλιο.
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος, αλλά ακόμα υπάρχουν κίνδυνοι και δεν πρέπει να υπάρχει εφησυχασμός. Είναι δύσκολο να προβλέψει κάποιος το μέλλον, αλλά η Ελλάδα πάει πολύ καλά. Πιστεύω ότι τον Ιούλιο θα μπορέσει ο κόσμος πιο άνετα να πάει στις θάλασσες, και ίσως και να ταξιδέψει στα νησιά. Αλλά όλα αυτά εάν η εξέλιξη είναι αυτή που βλέπουμε τώρα. Φοβάμαι πάντα πιθανά «ατυχήματα», όπου ένας πυρήνας φορέων που θα έρθει από το εξωτερικό, ή θα έχει μεγάλο αριθμό ασυμπτωματικών ή θα δώσει αναζωπύρωση της ασθένειας.
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Εφόσον υπάρξει σοβαρή μείωση κρουσμάτων και θανάτων, τότε θα συζητήσουμε για χαλάρωση των μέτρων. Από το Μάιο πιστεύω ότι θα αρχίσουν να χαλαρώνουν τα μέτρα, αλλά σταδιακά και με μία στρατηγική προτεραιότητας.
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Είναι σίγουρο ότι τα τεστ θα παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο την επόμενη μέρα, ίσως και πιο σημαντικό απ ότι μέχρι τώρα. Διότι από τη μία πλευρά θα πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να ελέγχουμε καινούργιες εξάρσεις, και από την άλλη θα πρέπει να ελέγξουμε τα επίπεδα ανοσίας του πληθυσμού. (τεστ μοριακού ελέγχου (pcr )και τεστ αντισωμάτων.) Ο ρόλος των μοριακών τεστ είναι για τον εντοπισμό των κρουσμάτων, την απομόνωση τους, καθώς και των επαφών τους, αλλά και για την εκτίμηση του αριθμού των μολυσμένων ατόμων στον πληθυσμό, μέρος των οποίων θα καταλήξει στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ, περίπου δύο εβδομάδες αργότερα. Γεγονός που σημαίνει, ότι τα τεστ βοηθούν το σύστημα υγείας να προετοιμαστεί, και σε ενδεχόμενο δεύτερο κύμα.
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Ελπίζω πως όχι. Αν όμως υπάρξει, το πότε αυτό θα γίνει, εξαρτάται από τις ευαισθησίες του ιού στις κλιματολογικές συνθήκες της Ελλάδας. Δηλαδή ήλιος, θερμοκρασία, και ξηρότητα: Παράγοντες που είναι για τους περισσότερους ιούς αρνητικοί και δεν ευνοούν την εξάπλωση τους.
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Η επάρκεια των πιο γρήγορων τεστ είναι ένα μεγάλο ερώτημα, γιατί υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός παγκοσμίως και πολύ μικρή διαθεσιμότητα. Αλλά σε μία πολύ δύσκολη κατάσταση όπου δεν έχουμε διαθεσιμότητα γρήγορων τεστ, υπάρχουν η τεχνογνωσία και οι υποδομές στην Ελλάδα, τόσο στα διαγνωστικά όσο και στα ερευνητικά εργαστήρια, για να μπορέσουν να καλύψουν αυτή την ανάγκη.
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Προφανώς και ο ιός έχει μεταλλάξεις, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων δεν κάνει καμία διαφορά στην εξέλιξη της ασθένειας. Τα καλά νέα είναι ότι οι μεταλλάξεις, όπου κάνουν την ασθένεια πιο ήπια, και επομένως επιτρέπουν στους φορείς να μετακινούνται, να έχουν κοινωνικές επαφές κλπ, εξαπλώνονται πιο εύκολα, και επομένως το πιο πιθανό σενάριο, είναι ότι τα πιο ήπια στελέχη του ιού θα επικρατήσουν στο μέλλον.
Καθηγητής Δερμιτζάκης – ΑΠάντηση: Οι επιστήμονες έχουν να παίξουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή την κρίση: Να ενημερώσουν, να εξηγήσουν τις οδηγίες των αρχών, και να εκπαιδεύσουν το κοινό, σε σχέση με τον νέο αυτό ιό. Αυτό όμως που πρέπει να αποφευχθεί είναι να εκφράζονται διχογνωμίες δημόσια και με έντονο τρόπο. Οι επιστημονικές διαφωνίες πρέπει να εκφράζονται σε επιστημονικούς κύκλους και να μην αποτελούν μέσο προβολής στα ΜΜΕ. Φυσικά οι διαφωνίες αυτές είναι πάντα ευπρόσδεκτες και αποτελούν τη βάση της διαδικασίας παραγωγής γνώσης. Όμως δεν μπορούμε να εκθέτουμε τους μη ειδικούς πολίτες σε συνεντεύξεις 5-10 λεπτών στα κανάλια και να δημιουργούμε στους πολίτες σύγχυση και αμφιβολία για τα μέτρα της κυβέρνησης, τα οποία έχουν παρθεί με βάση αποδεκτά επιστημονικά συμπεράσματα.