Ο Τρίφον Ιβάνοφ ήταν ένας από τους καλύτερους Βούλγαρους ποδοσφαιριστές που έχουν περάσει από την ιστορία του ποδοσφαίρου. Δυστυχώς, όμως, οι λάθος επιλογές που έκανε και οι καταχρήσεις, τον οδήγησαν στον θάνατο.
Στην καλύτερη σου θύμιζε πρωτοπαλίκαρο του υποκόσμου. Στη χειρότερη τον ονειρεύτηκες ως τον κακοποιό που μπούκαρε ένα βράδυ στο σπίτι σου, τα σήκωσε όλα και από… μεγαλοψυχία σε άφησε να ζήσεις.
Στην πραγματικότητα όμως, το μυθικό status του ήταν ένα συγκοινωνούν δοχείο με τον εγκάρδιο, γνήσιο και έξω καρδιά χαρακτήρα του. Αν κάποιοι έβλεπαν μαζί του εφιάλτες ήταν μόνο οι αντίπαλοι επιθετικοί. «Χαλάρωσε. Μόλις με δουν θα χεστούν πάνω τους», είπε στον προπονητή του, Ντίμιταρ Πένεφ, για να τον καθησυχάσει, πριν από τον προημιτελικό Βουλγαρίας – Γερμανίας στο Μουντιάλ του 1994!
Για να μην τον αδικούμε όμως, ο βασικός λόγος που ο Τρίφον Ιβάνοφ προκαλούσε τρόμο στους αντιπάλους ήταν η ανά πάσα ώρα και στιγμή ετοιμότητα του να φάει… χορτάρι για να τους σταματήσει. Και ο τελευταίος λόγος που γράφτηκε το κείμενο αυτό είναι να αδικήσει έναν από τους μεγαλύτερους overachievers που έπαιξαν ποτέ μπάλα.
Ήταν τότε, πριν από τον προημιτελικό με τη Γερμανία, που οι Αμερικανοί δημοσιογράφοι έμειναν άναυδοι, αντικρίζοντας την εικόνα των Βούλγαρων διεθνών στο ξενοδοχείο που είχε καταλύσει η αποστολή. Οι παίκτες που ήθελαν να προκριθούν στην τετράδα του κόσμου το είχαν ρίξει μανιωδώς στα ποτά, τα τσιγάρα και τις τηγανιτές πατάτες!
Στο επίκεντρο, ο γλεντζές της παρέας, μέσα σε μια πισίνα, με τσιγάρο στο ένα χέρι και μπύρα στο άλλο. Ένας τύπος με χαίτη και γενειάδα, βγαλμένος από μια άλλη διάσταση χρόνου και χώρου. Σε μια εικόνα καθολικά παράταιρη για ένα επίλεκτο μέλος αθλητικής ομάδας, που εκπροσωπεί τη χώρα του.
Ποιος όμως (εκτός από τους αδαείς με το θέμα Αμερικανούς) δεν γνώριζε ότι την επόμενη μέρα ο Τρίφον Ιβάνοφ θα «έτρωγε» ξανά και ξανά την μπάλα; Ποιος είχε αμφιβολία ότι αυτός ο «κομάντο» των γηπέδων θα παρέδιδε ξανά ένα σεμινάριο αφοσίωσης και μαχητικότητας, απ’ αυτά που προκάλεσαν τη μνημειώδη ατάκα του Χρίστο Στόιτσκοφ; «O Ιβανόφ δεν πήρε ποτέ του αιχμαλώτους»!
Ήταν στο πλαίσιο των ομίλων του Τσάμπιονς Λιγκ το 1996, όταν με τη φανέλα της Ραπίντ Βιέννης ο Ιβάνοφ τέθηκε αντιμέτωπος με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Στα αποδυτήρια του «Ολντ Τράφορντ» ο κόουτς των Αυστριακών τελείωσε την ομιλία του προς τους παίκτες δύο ώρες πριν από την έναρξη του ματς.
Ο Ιβάνοφ βγήκε για τρέξιμο στο γήπεδο και όταν γύρισε βρήκε μόνο δύο παίκτες στα αποδυτήρια. Έκπληκτος άκουσε ότι οι υπόλοιποι είχαν επισκεφτεί την μπουτίκ της Γιουνάιτεντ, για να αγοράσουν φανέλες και σουβενίρ! Όταν επέστρεψαν στα αποδυτήρια, τα μάτια του πετούσαν σπίθες.
«Παιδιά μια χαρά είναι τα σουβενίρ, αλλά είμαστε εδώ για να δώσουμε ένα ματς – πόλεμο! Μπορούσατε να αγοράσετε σουβενίρ μετά το τέλος του αγώνα. Συμπεριφέρεστε σα να έχουμε ήδη ηττηθεί, σα να έχουμε παραιτηθεί».
Η Ραπίντ ηττήθηκε τελικά με 2-0, αλλά ο Ερίκ Καντονά, την επιτήρηση του οποίου είχε αναλάβει ο Ιβάνοφ, δεν είχε σοβαρή συνεισφορά στη διαμόρφωση του αποτελέσματος. Φεύγοντας προς τη φυσούνα, όλη σχεδόν η Ραπίντ έπεσε πάνω του, ζητώντας τη φανέλα του Γάλλου. «Δεν γίνεται, είναι ρεζερβέ για τον Ιβάνοφ», τους ενημέρωσε.
«Τον Τρίφον τον σέβονται όλοι στη Βουλγαρία γιατί απλά δεν γίνεται να τον μισήσεις. Ήταν ένας άνθρωπος που ένωνε τους πάντες γύρω του», είχε σχολιάσει o Βούλγαρος δημοσιογράφος Κονσταντίν Σιμιντσίσκι στο ESPN, απαντώντας στο πώς υπήρξε ένας και μοναδικός παίκτης της ΤΣΣΚΑ Σόφιας που ήταν δημοφιλής στις τάξεις των οπαδών της «αιωνίου» αντιπάλου, Λέφσκι.
Δεν έκανε όμως και σκόντο στις αντιδράσεις, όταν το αίμα έβραζε. «Την πρώτη κόκκινη κάρτα στην Αυστρία την πήρα γιατί έριξα αγκωνιά σε έναν αντίπαλο που με αποκάλεσε «Βούλγαρο βρωμιάρη». Για παρόμοιο λόγο δεν έβγαλε το 90λεπτο και στο ντεμπούτο του με την Βουλγαρία, σε ένα ματς κόντρα στην Ιταλία. «Έπαιζα τον Βιάλι, ο οποίος κάποια στιγμή με έφτυσε. Την επόμενη στιγμή ήταν κάτω… Δεν είναι πάντα εύκολο να διαχειριστείς τα συναισθήματά σου».
Η πιο εγκληματική μπαλαδόφατσα που συνάντησες ποτέ στα χαρτάκια της Panini ήταν βγαλμένος από σελίδες… κόμικ και σε όλα τα υπόλοιπα.
Προσηνής και χωρατατζής όσο λίγοι, αλλά πάνω απ’ όλα… χαλαρός. Κάποτε αγόρασε ένα τανκ και το οδήγησε δύο φορές (προτού το πουλήσει) για να δει πως είναι να πιλοτάρεις ένα τέτοιο, ενώ σε μια συνέντευξη του είχε φωτογραφηθεί με αμφίεση γαλαζοαίματου της βυζαντινής εποχής, με φόντο ένα μεσαιωνικό κάστρο.
«Ο Ιβανόφ είναι ο μόνος άνθρωπος που ξυρίζεται και τέσσερις ώρες μετά έχει κανονική γενειάδα», είχε πει ο συμπαίκτης του στη Ραπίντ, Πίτερ Σότελ, για την πιο καλτ φιγούρα της μπάλας στα ‘90ς. Λόγω αυτού του μοναδικού παρουσιαστικού, απέκτησε το προσωνύμιο ο «Λύκος της Βουλγαρίας».
Κάπνιζε κι έπινε σαν… ρεμάλι, δεν το έκρυψε ποτέ, από κανέναν προπονητή η πρόεδρο ομάδας του. «Μόνο μπίρες και ουίσκι, κυρίως Black label 12αρι», είχε ομολογήσει ο ίδιος.
Όταν το 1993 πήγε στην Ξαμάξ, είχε προβλήματα με τον προπονητή της ομάδας, Ζιλμπέρτ Γκρες. Πριν από ένα ματς ο Γκρες τον άφησε εκτός αποστολής και ο Ιβάνοφ κατέληξε σε μια κοντινή, στο γήπεδο, καφετέρια να πίνει καφέ και να καπνίζει. Κάποια στιγμή εμφανίστηκε στην καφετέρια ο πρόεδρος. «Τι κάνεις εδώ; Έλα μαζί μου»! Λίγο αργότερα ο Βούλγαρος βρέθηκε από το πουθενά να μπαίνει αλλαγή σε ένα ματς, που τελικά κρίθηκε από δικό του γκολ στο 90’!
Παρά την κακή εξωγηπεδική ζωή, ο «Λύκος» σεληνιαζόταν εντός τερέν. Για αυτόν ήταν αποτυχία να δώσει μόνο το… 99% των δυνατοτήτων του. Κάπως έτσι ζήτησε την απόκτηση του ο Γιόχαν Κρόιφ, για να αντικαταστήσει το κενό του τραυματία Ρόναλντ Κούμαν στην Μπαρτσελόνα. Η Μπέτις όμως αρνήθηκε να τον παραχωρήσει.
Ο Ιβάνοφ είχε μεταγραφεί το 1990 στους Σεβιγιάνους και όταν έπαιξε για πρώτη φορά στο «Καμπ Νόου» με τη φανέλα της, ο κολλητός του Χρίστο Στόιτσκοφ -που ήταν τιμωρημένος για το ματς- πήγε στο ξενοδοχείο για να τον προειδοποιήσει: «Θα φάτε τέσσερα γκολ». Ο Ιβάνοφ, με περίσσιο θράσος για έναν κεντρικό αμυντικό, του απάντησε: «εγώ μόνος μου θα σας βάλω δύο»!
Το 10 το καλό της Μπάρτσα εκείνη την εποχή, του έταξε ότι αν συνέβαινε αυτό θα του δώριζε ένα μπουκάλι Black label και θα του έδινε για βόλτα τη νέα BMW, που μόλις είχε αγοράσει. Τελικά συνέβησαν και τα δύο… Το τελικό σκορ ήταν 4-2, με δύο γκολ του Ιβάνοφ!
Την ευχέρεια στο γκολ την είχε πάντα στο ρεπερτόριο του, καθότι επιθετικός στα πρώτα βήματά του στο ποδόσφαιρο. Με ένα δικό του νίκησε η Βουλγαρία τη Ρωσία (1-0) στο καθοριστικό ματς για την πρόκριση στο Μουντιάλ του 1998. Το πρώτο του με το εθνόσημο σημειώθηκε με ένα φοβερό σουτ στο εκτός έδρας 3-0 επί της Ουαλίας, στα προκριματικά του Euro ’96.
Συνολικά σκόραρε έξι φορές σε 76 συμμετοχές με την Εθνική Βουλγαρίας και άλλες 45 στα πρωταθλήματα Βουλγαρίας, Ισπανίας, Αυστρίας και Ελβετίας. Για τις ΤΣΣΚΑ Σόφιας, Μπέτις και Ραπίντ Βιέννης παραμένει ένας μύθος.
Στην πρώτη σεζόν του στην Αυστρία (1995/96), η Ραπίντ κατέκτησε το πρωτάθλημα και έφτασε έως τον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων (χάνοντας από την Παρί Σεν Ζερμέν).
Στην Εθνική εξελίχθηκε σε τοτέμ, η «refuse to die» νοοτροπία του τον ανέδειξε στη χώρα του πιο δημοφιλή ακόμα και από σαφώς πιο βαριά «brands», όπως οι Στόϊτσκοφ, Κονσταντίνοφ, Μπερμπάτοφ και Μπαλάκοφ.
Την 20 Μαΐου του 2016 άλλωστε δεν θα την ξεχάσει κανείς στη Βουλγαρία. Το Εθνικό Στάδιο στη Σόφια ήταν κατάμεστο για την περίσταση. Ο Χρίστο Στόιτσκοφ είχε προσκαλέσει για ένα φιλικό ματς φίλους και παγκόσμιους αστέρες, με τους οποίους είχε αγωνιστεί σαν συμπαίκτης ή αντίπαλος στη διάρκεια της καριέρας του.
Ανάμεσα τους ο Μαλντίνι, ο Χάτζι, ο Ζαμοράνο, ο Βαλντεράμα, ο Μπαλάκοφ και ο Μπερμπάτοφ. Θεωρητικά ο αγώνας είχε διοργανωθεί για τα 50α γενέθλια του, ο πραγματικός λόγος όμως ήταν άλλος.
Λίγο πριν την έναρξη του εορταστικού φιλικού, στο μάτριξ εμφανίστηκε η φωτογραφία ενός μαλλιαρού, μουσάτου τύπου.
Όλο το γήπεδο σηκώθηκε όρθιο και ξεκίνησε να χειροκροτάει, σε ένα standing ovation που διήρκεσε τρία ολόκληρα λεπτά. Στη διάρκεια αυτών, ο Στόιτσκοφ, κάθισε στα γόνατα στο κέντρο του γηπέδου, έκρυψε το πρόσωπο του με τα χέρια του και αφέθηκε να κλάψει σαν μικρό παιδί.
Ήταν 13 Φεβρουαρίου του 2016, όταν η Βουλγαρία συγκλονίστηκε από την είδηση θανάτου του πιο εμβληματικού αθλητή στην ιστορία της. Στα 50 χρόνια της, η καρδιά του Τρίφον Ιβάνοφ δεν άντεξε. Οι καταχρήσεις είχαν πάρει την «εκδίκηση» τους απ’ αυτόν που τις αψήφησε όσο λίγοι κατά τη διάρκεια της καριέρας του.
Πριν από λίγο καιρό, τον Ιανουάριο του 2018, έκλεισε στη Βραζιλία έναν δεκαετή κύκλο το πιο παράξενο ίσως ποδοσφαιριστικό τουρνουά του κόσμου. Ήταν το καλτ Κύπελλο «Τρίφον Ιβάνοφ», που ξεκίνησε το 2008, προς τιμήν αυτού του «μαχητή που μας ενέπνευσε να αφήσουμε τους καναπέδες μας, ακόμα και αν δεν είμαστε τόσο ανθεκτικοί και σκληροί στη δουλειά».
Ναι, στην ποδοσφαιρομάνα Βραζιλία για χάρη ενός Βούλγαρου, κακομούτσουνου αμυντικού!
Και ο λόγος που σταμάτησε; «Γιατί, ό,τι αρχίζει πρέπει κάποια μέρα να τελειώσει. Αυτό που δεν τελειώνει ποτέ είναι οι αναμνήσεις μας. Τρίφον, για όλες αυτές, σε ευχαριστούμε…»