Ο Μάικλ Τζόρνταν είναι ένας από τους κορυφαίους παγκοσμίως παίκτες μπάσκετ όλων των εποχών, αλλά ελάχιστοι γνωρίζουν για τον εθισμό του στον τζόγο, ο οποίος, μάλιστα, φέρεται να είναι η αιτία για τη δολοφονία του πατέρα του.
«Ο γιος μου δεν έχει πρόβλημα με τον τζόγο. Το πρόβλημά του είναι ότι νομίζει ότι πρέπει να ανταγωνίζεται σε όλα. Η αρρώστια του λέγεται ανταγωνισμός».
Λίγο καιρό αργότερα ο άνθρωπος που θέλησε να διαψεύσει ότι ο γιος του ήταν εθισμένος στον τζόγο θα τροφοδοτούσε άθελα του ένα νέο, οργιώδη, κύκλο φημολογίας για το μεγάλο πάθος του Μάικλ Τζόρνταν πέρα από το μπάσκετ: πέφτοντας νεκρός με μια σφαίρα στο στήθος μέσα στην υπερπολυτελή Lexus SC400, που του είχε δωρίσει ο ίδιος ο MJ.
Το μαντάντο έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στην αμερικανική κοινή γνώμη. Ήταν Ιούλιος του 1993. Ο Τζέιμς Ρ. Τζόρνταν δολοφονήθηκε από δύο κλεφτρόνια, που αφού πέταξαν το πτώμα του πήραν το αυτοκίνητο και τα τιμαλφή του.
Μεταξύ αυτών και δύο μονάκριβα δώρα του Μάικλ, τα χρυσά δαχτυλίδια πρωταθλητή του NBA. Ήταν όμως πράγματι απλώς κλεφτρόνια; Και γιατί σκότωσαν έναν άοπλο, ανυπεράσπιστο 57χρονο ενώ μπορούσαν απλώς να τον ληστέψουν;
Στον κόσμο του NBA ήταν έως τότε κοινό μυστικό ότι ο μεγαλύτερος σταρ αυτού τζόγαρε με την ίδια συχνότητα που πανηγύριζε νίκες στο παρκέ. Ήταν έτοιμος να στοιχηματίσει για τα πάντα, να ξημερωθεί παίζοντας πόκερ (με την παρέα ή στο καζίνο) και να ποντάρει σε αγώνες, κυρίως του αγαπημένου του γκολφ ή του μπέιζμπολ.
Έπαιζε πόκερ ακόμα και στο αεροπλάνο της ομάδας των Σικάγο Μπουλς, καθ’ οδόν για έναν εκτός έδρας αγώνα. Οι υπεύθυνοι της ομάδας μάλιστα προειδοποιούσαν κάθε νέο μέλος στην αρχή της σεζόν: «Μην παίζετε μαζί του. Θα χάσετε…»
Άπαντες ένιωθαν ως χρέος να κάνουν τα στραβά μάτια, από τον Φιλ Τζάκσον έως τον ισχυρό άνδρα του NBA, Ντέιβιντ Στερν. Ο Μάικλ Τζόρνταν δεν ήταν απλώς ο μεγαλύτερος από τους μεγάλους σούπερ σταρ, αλλά ένα εμπορικό φαινόμενο, πάνω στο οποίο είχε στηθεί μια ολόκληρη βιομηχανία.
Στα χρόνια της ακμής του τα έσοδα από τα τηλεοπτικά δικαιώματα του ΝΒΑ σχεδόν τριπλασιάστηκαν, ενώ κατακόρυφη ήταν η αύξηση και στις πωλήσεις των εισιτηρίων, αφού όπου και αν πήγαιναν οι Μπουλς το sold out ήταν εξασφαλισμένο. Για την 4ετία 1985-1989 το CBS είχε συμβόλαιο με το ΝΒΑ για την τηλεοπτική κάλυψη των αγώνων του ύψους 188 εκατομμυρίων δολαρίων. Το 1989 το NBC προσέφερε 600 εκατομμύρια δολάρια για να αποσπάσει την υπογραφή της λίγκας για νέα 4ετή συμφωνία.
Επιπλέον, εκείνη την εποχή ο Τζόρνταν ήταν το κεντρικό πρόσωπο της διαφημιστικής καμπάνιας εταιριών – κολοσσών, όπως η NIKE, τα McDonald’s και η Chevrolet.
Κανείς δεν είχε συμφέρον να προκαλέσει ρωγμή στη γυάλα που προστάτευε τον άνθρωπο – συνώνυμο του μπάσκετ.
Αν τσαλακωνόταν η εικόνα του, η χασούρα για μια ολόκληρη αλυσίδα εμπορευματοποίησης του brand «Τζόρνταν» θα ήταν τεράστια. Η ζημιά για το NBA και για την εικόνα εταιριών παγκόσμιας εμβέλειας θα έμοιαζε ανεπανόρθωτη.
Απ’ ότι φαίνεται όμως ο Τζόρνταν ξεπέρασε τα όρια. Σε βαθμό που κατέστη επιβεβλημένο να παραβιαστεί η ασυλία του.
Το 1991 ο σεσημασμένος στις Αρχές των ΗΠΑ, Τζέιμς «Σλιμ» Μπούλερ, κατάδικος μεταξύ άλλων για εμπορία κοκαΐνης, κατέθεσε σε ένα λογαριασμό 57.000 δολάρια. Όντας στο μικροσκόπιο της, η εφορία εντόπισε την κατάθεση και ερεύνησε την πηγή από την οποία προήλθαν, εικάζοντας ότι επρόκειτο για πώληση ναρκωτικών. Όταν ο Μπούλερ κλήθηκε για εξηγήσεις αποκάλυψε ότι καταθέτης ήταν ο… φίλος του Μάικλ Τζόρνταν.
Ο τελευταίος παραδέχτηκε, σε δηλώσεις του, ότι όντως έδωσε τα χρήματα, υποστηρίζοντας ωστόσο ότι ήταν δάνειο για επαγγελματικούς λόγους. Λεπτομέρεια; Λίγες ημέρες νωρίτερα Τζόρνταν και Μπούλερ είχαν καθίσει στο ίδιο τραπέζι πόκερ στο Χίλτον της Νορθ Καρολάινα, όπου ο «Air» είχε περάσει μια εβδομάδα με φίλους του. Προσπαθώντας την ημέρα να κερδίσει στοιχήματα βρίσκοντας τρύπα με το μπαστούνι του γκολφ και το βράδυ καρέ με τέσσερις άσους…
Όταν ο Μπούλερ δικάστηκε εκ νέου για εμπόριο ναρκωτικών και ξέπλυμα χρήματος, ο Τζόρνταν κλήθηκε ως μάρτυρας. Δεν ενέμεινε στην αρχική τοποθέτηση του. Αφού ορκίστηκε, ομολόγησε ότι τα 57.000 δολάρια ήταν χρέη από τζόγο και όχι δάνειο.
Το Φεβρουάριο του 1992, ο κολλητός του Τζόρνταν σε όλα τα παιχνίδια πόκερ και στα στοιχήματα στο γκολφ, Έντι Ντο, δολοφονήθηκε έξω από το σπίτι του, με λεία των δραστών τα 20.000 δολάρια που είχε πάνω του. Εκτός από αυτά, είχε μαζί του τρεις φωτοτυπίες επιταγών συνολικής αξίας 108,000 δολαρίων, που ήταν όσα χρήματα του χρωστούσε ο Τζόρνταν από την εβδομάδα που είχαν περάσει στη Νορθ Καρολάινα και είχε χάσει στο πόκερ και στο γκολφ. Μάλιστα οι δύο φωτοτυπίες ήταν από το προσωπικό μπλοκ επιταγών του Τζόρνταν και η άλλη φωτοτυπία ήταν cashier check που είχε την υπογραφή του.
Τον Ιούνιο του 1993 ο επιχειρηματίας από το Σαν Ντιέγκο, Ρίτσαρντ Εσκουίνας, δημοσίευσε ένα βιβλίο με τίτλο «Εγώ και ο εθισμός μου στον τζόγο». Σε μία σελίδα του διηγείτο μία ιστορία από το 1991 όπου μέσα σε δέκα ημέρες ο Τζόρνταν έχασε από στοιχήματα που έβαλε μαζί του σε παιχνίδια στο γκολφ, 1.250.000 δολάρια! Αρχικά θεωρήθηκε ότι το story ήταν παραμύθι και ότι ο Εσκουίνας είχε άλλους λόγους να δημοσιεύσει κάτι τέτοιο. Μόλις έφερε όμως στο φως της δημοσιότητας τις γραπτές απαντήσεις του Τζόρνταν και τις ακυρωμένες επιταγές που του είχε δώσει, όλοι αναγκάστηκαν να τον πάρουν στα σοβαρά.
Όπως ανέφερε ο Εσκουίνας, ο αστέρας του NBA απέφευγε να αποπληρώσει το χρέος, πηγαίνοντας τον από αναβολή σε αναβολή και στέλνοντάς του κάποια μικροποσά. Τελικά δέχτηκε την πρόταση του Τζόρνταν να συμβιβαστούν στις 300.000 δολάρια, με όρο όμως να πάρει άμεσα τα χρήματα. Το «άμεσα» του MJ ήταν δύο δόσεις των 100.000 δολαρίων εντός τριών μηνών (!), με αποτέλεσμα ο Εσκουίνας να χάσει την υπομονή του. Αυτός ήταν, όπως υποστήριξε, ο λόγος που αποφάσισε να εκδώσει το βιβλίο.
Ο οφειλέτης παραδέχθηκε εξ αρχής ότι είχε χάσει σε στοιχήματα που είχε βάλει σε παιχνίδια του γκολφ, αλλά αμφισβήτησε το μέγεθος του ποσού, υποστηρίζοντας ότι δεν γνώρισε το ακριβές, διότι δεν έγραφαν κάπου τα στοιχήματα.
Το 1993, στην διάρκεια της σειράς των πλέι οφ με τους Νιου Γιορκ Νικς και παραμονή του δεύτερου αγώνα, ο Τζόρνταν επισκέφτηκε το Ατλάντικ Σίτι για να ξενυχτήσει, παίζοντας μέχρι πρωίας, στο καζίνο της περιοχής. Δεν ήταν κάτι νέο, απλώς προξένησε μεγάλο ντόρο διότι ο «Αέρινος» απαθανατίστηκε από το φωτογραφικό φακό σε ένα τραπέζι πόκερ, με πούρο ανά χείρας.
Όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, συνήθιζε στα ταξίδια της ομάδας του στη Νέα Υόρκη και στο Νιου Τζέρσεϊ να επισκέπτεται τα καζίνο της Ατλάντικ Σίτι, ενώ όταν έπαιζε στο Λος Άντζελες ή στην Γιούτα, τον ενέπνεε μια βολτούλα στο Λας Βέγκας.
Για την ιστορία, σε εκείνο, το δεύτερο ματς της σειράς, ο Τζόρνταν έκανε ένα από τα χειρότερα παιχνίδια του σε τελικούς περιφέρειας, αφού χρειάστηκε 39 προσπάθειες (12/32 διπ., 1/7 τρ.) και 13 βολές για να σκοράρει βεβιασμένα 36 πόντους. Το Σικάγο ηττήθηκε και βρέθηκε στο 0-2, ωστόσο πήρε τα επόμενα τέσσερα παιχνίδια και μαζί την πρόκριση στους τελικούς.
«Ο Μάικλ είναι επαγγελματίας παίκτης. Ξέρει πώς να προσέχει το κορμί του και δεν θα κάνει ποτέ κάτι που θα τον βλάψει. Προσωπικά με ενδιαφέρει να είναι παρών στις υποχρεωτικές συναντήσεις της ομάδας, στις προπονήσεις, τα ταξίδια και τους αγώνες. Και σε αυτές τις υποχρεώσεις είναι τυπικότατος», είχε δηλώσει τότε ο Φιλ Τζάκσον, θέλοντας να υποβαθμίσει το γεγονός.
Παρά το «δεν τρέχει κάστανο» του προπονητή των Μπουλς, η επιτροπή ερευνών του ΝΒΑ αποφάσισε να ασχοληθεί εκτενώς με την υπόθεση. Κάλεσε μάλιστα τον παίκτη μαζί με τους δικηγόρους του σε συνάντηση που διήρκεσε περίπου 2,5 ώρες, ενώ σε μια αντίστοιχη που είχε ο υπεύθυνος επικοινωνίας του NBC, Μπομπ Κόστας με τον κομισάριο Ντέιβιντ Στερν, του διεμήνυσε ότι το όλο θέμα έχει τρομερά αρνητική επίπτωση στο προϊόν τους.
Μετά από εκείνη τη συνάντηση ο Τζόρνταν ανακοίνωσε ότι σταματάει τις δηλώσεις στον Τύπο, κάτι που είναι βέβαια εντελώς εκτός της κουλτούρας του NBA, όπου οι σταρ μιλούν στα Μ.Μ.Ε. ακόμα και στα ημίχρονα των αγώνων.
Το βιβλίο του Εσκουίνας, το περιστατικό στο Ατλάντικ Σίτι και οι φήμες που πλήθαιναν, υποχρέωσαν τον Τζόρνταν να λύσει τη σιωπή του στους τελικούς του ΝΒΑ το 1993, σε μια τηλεοπτική συνέντευξη που έδωσε στον δημοσιογράφο Αχμάντ Ρασάντ. Έναν από τους λιγοστούς εκπροσώπους του Τύπου με τους οποίους είχε τακτικά πάρε-δώσε.
Στη συγκεκριμένη συνέντευξη ο Τζόρνταν μίλησε για πρώτη φορά για τον τζόγο. Δεν αισθανόταν άνετος αλλά τόνισε ότι δεν είναι εθισμένος, κάνοντας λόγο «απλά για ένα χόμπι». Πολλοί τον άκουσαν, λίγοι τον πίστεψαν…
Η έρευνα από το ΝΒΑ, που διήρκεσε δύο εβδομάδες, δεν απέφερε επιπτώσεις στον Τζόρνταν. Πιθανότατα μόνο κάποια επίπληξη off the record. Η φωτιά έδειχνε να σβήνει. Ακολούθησε ωστόσο και νέα έρευνα, την οποία σύμφωνα με το βιβλίο «Money Players: Days and Nights Inside the New NBA» πυροδότησε μια συνάντηση του Εσκουίνας με ιθύνοντες του NBA τον Ιούλιο του 1993.
Εκεί, ο επιχειρηματίας τους αποκάλυψε ότι τον Μάρτιο του 1992 είχε υποκλέψει μια συνομιλία με τον Τζόρνταν αλλά δεν ήξερε με ποιον μιλούσε στην άλλη άκρη της γραμμής. Στην διάρκεια του τηλεφωνήματος ο Τζόρνταν φέρεται να ρώτησε τον συνομιλητή του ποιο ήταν το χάντικαπ σε ένα παιχνίδι (δεν έγινε γνωστό σε ποιο ματς αναφερόταν), και αυτός του απάντησε 7 πόντοι!
Η επιτροπή ερευνών του ΝΒΑ ήταν αναγκασμένη να πάρει στα σοβαρά όσα είπε ο Εσκουίνας. Αν όντως ευσταθούσε κάτι τέτοιο, ο Air είχε περάσει την διαχωριστική γραμμή του… χόμπι, υποπίπτοντας στο «αμάρτημα» να στοιχηματίζει ένας επαγγελματίας αθλητής σε παιχνίδι του δικού του σπορ.
Το παράδειγμα του Πιτ Ρόουζ, που έκανε τεράστια καριέρα στο μπέιζμπολ, αλλά αποβλήθηκε από αυτό εφ’ όρου ζωής λόγω εμπλοκής του σε στοιχήματα, ήταν νωπό. Αν συνέβαινε κάτι αντίστοιχο με τον Τζόρνταν, οποίος αντιπροσώπευε κάτι πολύ περισσότερο για το μπάσκετ απ’ ότι ο Ρόουζ για το μπέιζμπολ, οι συνέπειες για το NBA θα ήταν απρόβλεπτες.
Ο φόβος ότι θα ακολουθούσαν και άλλες επιβαρυντικές αποκαλύψεις για τον «Αέρινο» αποτελούν ουσιαστικά το επιχείρημα όσων θεωρούν ότι η αιφνίδια αποχώρηση του κορυφαίου sportsman από το μπάσκετ, τον Οκτώβριο του 1993, απηχεί σε μια «άνωθεν» διαταγή.
Ένας απ’ αυτούς που το ισχυρίζονται είναι και ο θρυλικός αρθρογράφος της Νιου Γιορκ Ποστ, Πιτ Βέσι, που πάντα έμοιαζε να γνωρίζει κάτι περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο συνάδελφο του για τα άδυτα του NBA.
Σύμφωνα με τα όσα έχει εκμηστηρευτεί στον «δικό» μας Δημήτρη Καρύδα, το ποτήρι της υπομονής για τον Ντέιβιντ Στερν ξεχείλισε όταν κατέστη ξεκάθαρο ότι ο Τζόρνταν στοιχημάτιζε σε παιχνίδια μπάσκετ.
«Το καλοκαίρι του 1993 δεν δολοφονήθηκε μόνο ο πατέρας του Τζόρνταν. Αλλά και ένας από τους μεγαλύτερους παράνομους μπουκμέικερ της Αμερικής. Στα γραφεία του η αστυνομία βρήκε τόνους σημειώσεων με τηλέφωνα και ποσά. Και στις πρώτες θέσεις των πελατών του ήταν το όνομα του Τζόρνταν. Η αστυνομία ενημέρωσε το ΝΒΑ και ο Στερν σχημάτισε μια μυστική επιτροπή έρευνας. Αρχές Οκτωβρίου τα στοιχεία που είχαν μαζευτεί ήταν καταπέλτης για τον Τζόρνταν. Τον Στερν ποτέ δεν τον ενοχλούσε το γεγονός ότι ο Τζόρνταν ήταν τζογαδόρος αλλά τον ενόχλησε αφάνταστα το γεγονός ότι έπαιζε και σε παιχνίδια του ΝΒΑ ή ακόμη και των Μπουλς. Τον φώναξε στο γραφείο του και του πρότεινε την πιο βολική λύση απ’ όλες. Να ανακοινώσουν ότι φεύγει με δική του θέληση από το πρωτάθλημα, να μείνει ένα διάστημα εκτός ΝΒΑ και να επιστρέψει όταν τελειώσει η άτυπη τιμωρία του».
Αυτή είναι η εκδοχή του ανθρώπου, που θρυλείται ότι για τις ανάγκες του ρεπορτάζ, είχε ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας με τον ίδιο τον Ντέιβιντ Στερν. Ανέφερε μάλιστα μια λεπτομέρεια -που κρύβει ενδεχομένως όλο το ζουμί- από την περίφημη συνέντευξη Τύπου στην οποία ο Τζόρνταν ανακοίνωσε το τέλος της καριέρας του, υπό την παρουσία του Κομισάριου.
Κάποια στιγμή ένας δημοσιογράφος ρώτησε τον Τζόρνταν αν σκοπεύει να επιστρέψει. Και εκείνος χαμογελώντας είχε απαντήσει κάτι σαν «αν μου το ζητήσει ο κομισάριος θα γυρίσω». Ο Στερν έμεινε απαθής και χαμογελαστός χωρίς να πει λέξη. Και ο Βέσι καταλήγει: «Τα δύο χρόνια ήταν ένα καλό διάστημα για να ηρεμήσουν τα πράγματα, να ξεχαστούν τα πάντα, να διαδοθούν οι φήμες για τον σιωπηρό αποκλεισμό του και στο τέλος να γυρίσει για να σώσει το ΝΒΑ και τη δημοφιλία του».
Σε εκείνη τη συνέντευξη Τύπου, ο Τζόρνταν, πέρα απ’ το ότι «δεν αισθάνομαι ότι έχω κάτι άλλο να αποδείξω», ανέδειξε και ως λόγο της απόφασης του πολύ άσχημη ψυχολογία μετά τη δολοφονία του πατέρα του. Μια δολοφονία που οι συνωμοσιολόγοι δεν πείστηκαν ποτέ ότι ήταν συμπτωματική. Μολονότι οι συλληφθέντες ένοχοι (βρίσκονται ακόμα στη φυλακή) δεν προέβησαν ποτέ σε κάποια σχετική αποκάλυψη, δεν είναι καθόλου λίγοι οι θιασώτες της θεωρίας που υποστηρίζει ότι η δολοφονία οργανώθηκε από τη μαφία γιατί ο Τζόρνταν δεν είχε αποπληρώσει μεγάλα χρέη από χασούρα στο στοίχημα.
Ο Μάικλ Τζόρνταν υπήρξε χωρίς καμία αμφιβολία το κορυφαίο αθλητικό προϊόν της ιστορίας. Ο τρόπος με τον οποίο απομονώθηκε η σχεδόν αψεγάδιαστη αθλητική του υπόσταση από την ανθρώπινη αποτελεί διδαχή για σεμινάριο.
Το διάστημα που απείχε από τα παρκέ το κενό του ήταν εκκωφαντικό για το σπορ. Είτε ήταν όμως δική του απόφαση, είτε εξαναγκάστηκε σε αυτήν, το διετές break τον βοήθησε εν τέλει να σφυρηλατήσει ένα ασύγκριτο μύθο στην ιστορία των σπορ, αφού το μεγάλο come back συνοδεύτηκε από ένα ακόμα three-peat.
Παρά τα «ένοχα» πάθη του και τις αντιξοότητες που προκάλεσαν αυτά, αποδείχτηκε ότι εκτός από ικανότερος όλων των εποχών στο είδος του, ο Τζόρνταν ήταν και τόσο ισχυρός πνευματικά ώστε να γράψει τον επίλογο με τη φανέλα των Μπουλς, όπως ακριβώς τον είχε ονειρευτεί. Ίσως και όπως ακριβώς τον είχε… στοιχηματίσει!