Ο Ιωάννης Μελισσανίδης βρέθηκε στο πλατό του Dot και μίλησε για την κακοποίηση στον αθλητισμό, αλλά και την Ολυμπιάδα της Ατλάντα, όπου συμμετείχε.
Αναφερόμενος στα όσα ακούγονται για την κακοποίηση στον αθλητισμό, υπογράμμισε “είναι δύο παράλληλες αλήθειες. Αυτών των παιδιών που έκαναν τις καταγγελίες και δέχτηκαν όλη αυτή τη βαρβαρότητα, εν γνώσει όμως των γονιών, είναι ένα κομμάτι που δεν έχει αναφερθεί. Δεν είναι δυνατόν η δικιά μου μητέρα να με έβλεπε, να μην ήξερε τι συμβαίνει στο γυμναστήριο ή αν έχει χειροδικήσει ο προπονητής πάνω μου. Θα του είχε “φάει” το λαρύγγι”.
Μιλώντας με συγκεκριμένα παραδείγματα, ο Ιωάννης Μελισσανίδης επεσήμανε “είχα δει σε πανελλήνιους αγώνες, πατέρας να χαστουκίζει το παιδί του επειδή είχε πέσει από το μονόζυγο και αντίστοιχα μάνα να τραβάει το παιδί της από τις κοτσίδες γιατί είχε πέσει από τη δοκό ισορροπίας. Καταγγέλλω, καταδικάζω οποιαδήποτε μορφή λεκτικής ή σωματικής βίας από τους προπονητές, αλλά υπάρχει και μια παρένθεση πολύ σημαντική, ο ρόλος των γονιών που πολλοί από αυτούς γνώριζαν. Υπάρχει μια συνενοχή μεγάλη των γονιών σε αυτό το κομμάτι”.
Όσον αφορά τα όσα ο ίδιος πέρασε μέχρι να φτάσει στην κορυφή, ο Ιωάννης Μελισσανίδης εξομολογήθηκε «η πειθαρχία δεν μπορεί να έχει όριο. Δεν πατάς στην κορυφή του Ολύμπου αν δεν ματώσεις. Είμαι περήφανος για τα κατάγματα στα πόδια και στα χέρια μου, είναι τα μετάλλιά μου. Για να φτιάξει η μέση μου έμεινα δύο μήνες σε κλινική στη Ρωσία. Πρέπει να σηκωθείς από τον καναπέ για να πραγματοποιήσεις τα όνειρά σου. Η λέξη κάθαρσις ήταν αυτό που ένιωσα όταν ανέβηκα στο βάθρο. Εκτόπισα δύο τιτάνες και ήμουν ο νεότερος αθλητής στην ενόργανη. Και να ξέφυγα, μαγκιά μου. Και πάλι βάζω ένα ερωτηματικό. Μετά την Ολυμπιάδα, για έναν χρόνο δεν ήθελα να δω το γυμναστήριο».
Σχετικά με τις προτάσεις που έχει δεχτεί για συμμετοχή σε ριάλιτι, ο Ιωάννης Μελισσανίδης τόνισε «επί δύο χρόνια είχα προτάσεις για το Survivor. Θα ήταν εύκολο για μένα, γιατί επί έναν χρόνο κοιμόμουν στο πάτωμα για τη μέση μου. Για να πλύνω το κεφάλι μου γονάτιζα, έβρεχα την πετσέτα και πλενόμουν γιατί δεν μπορούσα να λυγίσω το κεφάλι μου».