Ο διεθνής ποδοσφαιριστής Χρήστος Αρδίζογλου γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ στις 15 Μαρτίου 1953.Το «τρελός» του το έβγαλαν κάποιοι συγκεκριμένοι για να τον μειώνουν ποδοσφαιρικά όπως είπε. Με έδιναν στον κόσμο ως «τρελό».Ο παππούς του είχε καταγωγή από τη Μικρά Ασία και ο πατέρας του δούλευε στα Ιεροσόλυμα σε θρησκευτικά είδη.
Της: Έπη Τρίμη
Σε αυτή την πόλη γινόταν το έλα να δεις με επισκέπτες από όλο τον κόσμο. Ένας αδερφός του ήρθε στην Ελλάδα και έκανε βιοτεχνία στη Νέα Ιωνία και μας κάλεσε.
Στην ποδοσφαιρική του καριέρα ο ΧρήστοςΑρδίζογλου αγωνιζόταν ως ακραίος επιθετικός αλλά και ως μέσος και φημιζόταν για τη σπουδαία τεχνική του κατάρτιση.Ο ίδιος είχε πει στη fosonline.gr σχετικά για την αγάπη του στη στρογγυλή θεά: «Εγώ έφευγα το πρωί στις 7.30 για το σχολείο και γυρνούσα στο σπίτι μου το βράδυ στις 10.00! Δεν έτρωγα καν το μεσημέρι. Για την μπάλα. Στα διαλείμματα στο σχολείο μπάλα, μετά το σχολείο μπάλα, ως το βράδυ μπάλα.Γύριζα στο σπίτι βράδυ, έκλεινε ο πατέρας μου την πόρτα και τα παράθυρα και με έδερνε. Κάθε μέρα, κάθε μέρα. Δεν άνοιγα βιβλίο. Πήγαινα στο σχολείο με τις τσέπες φουσκωμένες, μου έλεγε ο δάσκαλος «τι είναι αυτά;». Και έβγαζα από τις τσέπες μου βουρτσάκι, κάμελ καθαριστικό, του έλεγα «αν δει η μάνα μου βρόμικα τα παπούτσια, θα φάω ξύλο πάλι». Έκρυβα το ένα παπούτσι στο σχολείο με το άλλο όταν με σήκωναν όρθιο για να μη δουν ότι ήταν τρύπιο. Όχι ότι γεννήθηκα ποδοσφαιριστής, είναι τρέλα αυτό που λένε. Είναι τι παραστάσεις έχεις, πώς μεγαλώνεις. Εγώ μεγάλωσα με την μπάλα στις αλάνες ως το βράδυ και μετά είχα προπονητή τον Γιώργο Καμάρα»!
Ο Χρήστος Αρδίζογλου ξεκίνησε το ποδόσφαιρο από τα τμήματα υποδομών του Απόλλωνα Αθηνών. Το 1971 και στην ηλικία των 18 ετών προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα και με τη φανέλα της “Ελαφράς Ταξιαρχίας” αγωνίστηκε για μια τριετία μέχρι το 1974.
Στο μεγαλύτερο κεφάλαιο της ποδοσφαιρικής του καριέρας διακρίθηκε με τα χρώματα της ΑΕΚ, με την οποία αγωνίστηκε για 11 ολόκληρα χρόνια. Ο ίδιος είχε πει: «Στον Παναθηναϊκό βρέθηκα λόγω χούντας. Εκείνη την εποχή υπήρχε χούντα. Και σιγά τη χούντα, εγώ ήμουν φαντάρος και πηδούσα τα κάγκελα και την κοπανούσα… Τέλος πάντων, με παίρνει ο πρόεδρος του Απόλλωνα και μου λέει «ξέχνα τις άλλες ομάδες, με πήρανε στο Πεντάγωνο, έκλεισες στον Παναθηναϊκό!». Πάω στον Παναθηναϊκό, παίρνω παπούτσια και σε δυο τρεις μέρες πέφτει η χούντα! Με παίρνει ο Μπάρλος από την ΑΕΚ, συναντιέμαι με τον πρόεδρο του Απόλλωνα και με τον Μπάρλο σε ένα μέρος στη Συγγρού και έτσι έκλεισα στην ΑΕΚ». Κορυφαία στιγμή στην πολύχρονη καριέρα του με τη φανέλα των “κιτρινόμαυρων” ήταν η συμμετοχή του στα ημιτελικά του κυπέλλου ΟΥΕΦΑ, την περίοδο 1976-77.
Όσο για τον αν έβγαλε λεφτά από την ΑΕΚ είπε: «Εγώ ήμουν ο χαζός της παρέας. Εγώ έδινα γκολ, έδινα ασίστ. Τώρα η πάσα πληρώνεται, τότε δεν πληρωνόταν, μόνο τα γκολ. Ο Μπάρλος φαλίρισε από αυτούς που κάνανε γκολ».
Το 1985 επέστρεψε στον Απόλλωνα Αθηνών και τον Δεκέμβριο, στα μέσα της χρονιάς 1985-86 και έχοντας σημειώσει 6 συμμετοχές στο πρωτάθλημα, πήρε επίσημα την απόφαση να αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Αγωνίστηκε την επόμενη χρονιά (1986-87) με τον Ατρόμητο Αθηνών, όπου και ουσιαστικά έκλεισε την επαγγελματική ποδοσφαιρική καριέρα.
Με την Ελλάδα αγωνίστηκε για πρώτη φορά στις 24 Σεπτεμβρίου 1975 στον αγώνα εναντίον της Ρουμανίας (1-1) για το Βαλκανικό Κύπελλο. Συνολικά συμμετείχε σε 43 αγώνες, πετυχαίνοντας 2 τέρματα.
Ήταν μέλος της ομάδας που αγωνίστηκε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980 στην Ιταλία, όπου συμπεριλήφθηκε στη δεύτερη καλύτερη ενδεκάδα της διοργάνωσης. Επίσης έχει κληθεί μια φορά στη Μικτή Κόσμου.
Στις αυτοδιοικητικές εκλογές του 2019 Χρήστος Αρδίζογλου ήταν υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος Αθηναίων με την παράταξη «Ανοιχτή πόλη».
Ο Αρδιζόγλου έκανε σχολή ποδοσφαίρου στην Κηφισιά, έγινε προπονητής ερασιτεχνικών ομάδων, όμως δεν μπόρεσε να γίνει – όπως λέει με παράπονο – τεχνικός στις Ακαδημίες της ΑΕΚ: «Ευτυχώς που μεσολάβησε ο διαιτητής Λέλος Βαμβακόπουλος και μπήκα στην Αστυνομία. Βγάζω και ένα χαρτζιλίκι από τον φίλο μου τον Γιώργο Καλογεράκο ο οποίος διατηρεί γήπεδα ποδοσφαίρου στα Γλυκά Νερά. Να μην ξεχάσω και τον αδελφικό φίλο μου και συμπαίκτη στον Απόλλωνα, Μπάμπη Υφαντή ο οποίος διατηρεί καφέ-ταβέρνα στη Ριζούπολη που έχει γίνει στέκι μου».