Ο Αντώνης Νικοπολίδης γεννήθηκε στην Άρτα στις 14 Ιανουαρίου 1971. Αγωνίστηκε τόσο στην ομάδα του Παναθηναϊκού, όσο και του Ολυμπιακού, ενώ υπήρξε αρχηγός και στους δύο συλλόγους, κατακτώντας αρκετούς τίτλους με αμφότερους.
Της: Έπη Τρίμη
Κορυφαία στιγμή στην καριέρα του ήταν η κατάκτηση του Euro 2004 με την Εθνική Ελλάδος.
Από το 2000 είναι παντρεμένος με την πρώην καλαθοσφαιρίστρια Βάσω Στασινού και μαζί έχουν αποκτήσει τρία παιδιά: τον Γιάννη (γενν. 2000) και τα δίδυμα Γιώργο και Μαριτίνα (γενν. 2006).
Ο Αντώνης Νικοπολίδης δήλωσε στην εκπομπή της Ελένης Μενεγάκη πως όταν γνώρισε τη σύζυγό του, Βάσω Στασινού, ήταν αρραβωνιασμένος. Ένα χρόνο μετά την πρώτη τους γνωριμία χώρισε από την τότε σύντροφό του και, ελεύθερος πια, την πήρε τηλέφωνο και της ζήτησε να βγουν.
Οι δυο τους γνωρίστηκαν μέσω κοινής παρέας και από ότι φαίνεται ήταν κεραυνοβόλος έρωτας, αφού όπως παραδέχτηκε ο πρώην τερματοφύλακας, από την πρώτη στιγμή θαμπώθηκε από την ομορφιά της. Παντρεύτηκαν λίγα χρόνια αργότερα και, πλέον, βιώνουν την οικογενειακή ευτυχία μαζί με τα τρία τους παιδιά.
Το 2012 εξέδωσε την αυτοβιογραφία του με τίτλο «Ο αγώνας της ζωής μου». Αξιοσημείωτο είναι πως μέσα σε λίγες μέρες το βιβλίο έγινε best seller.
Μεγάλωσε στη Βίγλα, ένα παραθαλάσσιο χωριό της Άρτας και πραγματοποίησε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στην ΑΕ Βίγλας, με την οποία αγωνίστηκε στις διοργανώσεις της τοπικής ΕΠΣ Άρτας. Ξεκίνησε ως επιθετικός, όμως λόγω έκτακτης ανάγκης (ο ίδιος έχει αναφέρει πως άλλαξε θέση με τον συνονόματο ξάδερφό του την ημέρα εκείνη που παντρευόταν) αγωνίστηκε μια φορά ως τερματοφύλακας, θέση στην οποία τελικά καθιερώθηκε.
Η πρώτη του επαγγελματική ομάδα ήταν η Αναγέννηση Άρτας, από την οποία αποχώρησε το 1989 για να συνεχίσει στον Παναθηναϊκό, σε ηλικία 18 ετών. Τα πρώτα έξι χρόνια ήταν κυρίως αναπληρωματικός του Πολωνού τερματοφύλακα Γιόζεφ Βάντσικ.
Το 2002 ο Αντώνης Νικοπολίδης βοήθησε τον Παναθηναϊκό να φτάσει στα προημιτελικά του Champions League, αλλά την περίοδο 2003-04 έχασε τη θέση του βασικού από τον Κώστα Χαλκιά, κυρίως λόγω της αρνητικής τροπής που είχαν πάρει οι διαπραγματεύσεις για την ανανέωση του συμβολαίου του. Ο Παναθηναϊκός του προσέφερε τριετές συμβόλαιο (με αμοιβή 400.000 ευρώ περίπου για κάθε χρόνο και μηδενική ρήτρα σε περίπτωση που έφευγε για ομάδα του εξωτερικού), πρόταση την οποία δεν αποδέχθηκε (ο ίδιος ζήτησε 600.000 ευρώ τον χρόνο) και για τον λόγο αυτό έχασε τη θέση του στη βασική ενδεκάδα για το υπόλοιπο της περιόδου (από τα τέλη Φεβρουαρίου 2004).
Η επίσημη ανακοίνωση της μεταγραφής του στον Ολυμπιακό έγινε λίγες ημέρες μετά την ολοκλήρωση του Euro 2004 και ο ίδιος πήρε για πρώτη φορά δημόσια θέση, δηλώνοντας πως η διοίκηση του Παναθηναϊκού του φέρθηκε αντιεπαγγελματικά και για τον λόγο αυτό δεν είχε κανέναν ηθικό ενδοιασμό να γίνει παίκτης του Ολυμπιακού.
Με το Νο 71 στη φανέλα του, αριθμός που αντιπροσωπεύει το έτος γέννησής του, βοήθησε τον Ολυμπιακό να κατακτήσει δύο συνεχόμενα νταμπλ και ο ίδιος έγινε ο πρώτος (και μέχρι στιγμής μοναδικός) Έλληνας ποδοσφαιριστής που έχει κατακτήσει τρία συνεχόμενα νταμπλ. Αν συνυπολογιστεί και η κατάκτηση του Euro 2004, σε διάστημα 36 μηνών κατέκτησε 7 τίτλους.
Τις τρεις επόμενες περιόδους παρέμεινε βασικός τερματοφύλακας του Ολυμπιακού και κατέκτησε ισάριθμα συνεχόμενα πρωταθλήματα (2007-2009) και δύο ακόμα νταμπλ (2008-09), φτάνοντας συνολικά τα 7 νταμπλ (3 με τον Παναθηναϊκό και 4 με τον Ολυμπιακό), αριθμό που αποτελεί ρεκόρ για τον Νικοπολίδη.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου 2009-10 αποφάσισε να αποχωρήσει από την ενεργό δράση, όμως τελικά και ύστερα από παρότρυνση του τότε προέδρου του Ολυμπιακού Σωκράτη Κόκκαλη, αναθεώρησε και αποφάσισε να συνεχίσει για άλλη μία χρονιά.
Στις 17 Απριλίου 2011, αποχωρώντας ως αλλαγή από τον τελευταίο αγώνα του πρωταθλήματος, ανακοίνωσε πως αποχωρεί από την ενεργό δράση, αφού σήκωσε μαζί με τον Βασίλη Τοροσίδη το τρόπαιο του πρωταθλήματος 2010-11.
Συνολικά πραγματοποίησε 369 συμμετοχές στην Α’ Εθνική.